Ήμουν περίπου πέντε ετών όταν συνάντησα πρώτη φορά το Γιάννη Κουβά, το συγγραφέα, τον εκπαιδευτικό, το δημοσιογράφο, τον άνθρωπο που αγωνίστηκε μαζί με άλλους για ένα καλύτερο αύριο. Από εκείνη τη στιγμή της παιδικής μου ηλικίας, άρχισα να τον θαυμάζω και να τον εκτιμώ, όχι μόνο για το μικρό αλλά ανεκτίμητο λιθαράκι που προσφέρει στον ελληνικό πολιτισμό, αλλά και γιατί είναι ο άνθρωπος που με έκανε να πιστέψω στο μεγαλείο και τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, μέσα σε ένα κόσμο που με τα δεδομένα που τον πλαισιώνουν, άρχισε σταδιακά να καταρρέει. Πέρασαν 15 χρόνια από τότε. Για αυτό το λόγο αποφάσισα, η πρώτη συνέντευξη που θα πάρω, να είναι από αυτόν τον άνθρωπο, που μπορεί να μην είναι τόσο γνωστός όσο άλλοι λογοτέχνες, αλλά το έργο που μας κληροδοτεί έχει μία μοναδική και απέραντη αξία. Έτσι λοιπόν, συναντήθηκα ένα ζεστό πρωινό με το συγγραφέα στο σπίτι του στην Καισαριανή, όπου μιλήσαμε για το έργο του, τη ζωή του, το σήμερα και το αύριο…
v Κύριε Κουβά, στο παρελθόν, υπήρξατε εκπαιδευτικός και έχετε γράψει πάνω από 20 βιβλία (λαογραφικά, παιδικά, ιστορικά) αλλά και 300 άρθρα αθλητικού και κοινωνικού κυρίως περιεχομένου. Τι ήταν αυτό που σας ώθησε στη συγγραφή βιβλίων και άρθρων αντίστοιχα;
Γ.Κ.: Από παιδί είχα τάση να γράφω ποιήματα και διάφορα σε εφημερίδες και περιοδικά…
v Ποια είναι η πηγή της έμπνευσής σας;
Γ.Κ.: Πρώτα από όλα η Καισαριανή και μετά οτιδήποτε άλλο βρισκόταν γύρω μου
v Από όλα τα βιβλία που έχετε γράψει, ποιο ή ποια θεωρείτε σημαντικότερα και γιατί;
Γ.Κ.: Το πρώτο το οποίο έχει εξαντληθεί είναι «Το Διάβα της Καισαριανής», η ιστορία της Καισαριανής δηλαδή. Γράφω την ιστορία της από γεννησιμιού της που λέμε μέχρι που έγινε μεγαλούπολη. Τους κατοίκους, την ιστορία, ο ερχομός των προσφύγων, οι δουλειές τους, πώς ήταν η Καισαριανή τότε, πώς είναι τώρα…Και ένα παρεμφερές βιβλίο είναι « Τα πρωτινά και τα τωρινά», τα ήθη και τα έθιμα τότε και τώρα…
v Πολλές φορές σας έχουν χαρακτηρίσει ως «το συγγραφέα που αγωνίζεται να διαδώσει τις μνήμες». Πώς νιώθετε με αυτό το χαρακτηρισμό;
Γ.Κ.: Ο κάθε συγγραφέας γράφει για να διαδίδει μνήμες, για να διαβάζουν οι νέοι και να μαθαίνουν τι συνέβαινε παλιότερα
v Αν σας έλεγαν ότι έπρεπε να διαλέξετε ανάμεσα στην ιδιότητα του εκπαιδευτικού και του συγγραφέα, ποια θα επιλέγατε και γιατί;
Γ.Κ.: Όχι είναι αλληλένδετα. Ένα κομμάτι της ζωής μου αφιέρωνα για τη συγγραφική δράση, αλλά και στην εκπαίδευση νομίζω ότι προσέφερα , προσέφερα αρκετά…
v Ένα αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής σας είναι και η συμμετοχή σας στον αγώνα για την Εθνική Αντίσταση την περίοδο της Γερμανοϊταλικής Κατοχής. Θα μπορούσατε να μας μιλήσετε για αυτή σας την εμπειρία;
Γ.Κ.: Εδώ μπορούμε να συζητάμε και να λέμε ώρες ολόκληρες. Ήμαστε οικογενειακώς στον αγώνα . Ο πατέρας μου ήταν καπετάνιος. Εγώ ήμουν στην ΕΠΟΝ. Οι αδερφές μου ήταν στην ΕΠΟΝ. Παλέψαμε…αγωνιστήκαμε…σε όλες τις διαδηλώσεις αλλά…την πληρώσαμε. Εξορίες, φυλακές…Η πρώτη μου εξορία ήταν η Ελ Ντάμπα στην Αφρική. Οι μεγάλοι μας σύμμαχοι, οι λεγόμενοι σύμμαχοι και φίλοι, οι Εγγλέζοι, μας πιάσανε και μας πήγανε στην Αφρική, έπειτα Μακρόνησος και στην απομόνωση τέσσερις μήνες στα κρατητήρια του Χαϊδαρίου…Τέλοσπάντων…
v Και για αυτό έχετε γράψει ένα βιβλίο αν δεν κάνω λάθος
Γ.Κ.: Ναι το 15, «Το κτήριο 15 του Χαϊδαρίου» . Έχω γράψει για τον εξής λόγο. Στο κτήριο 15 στην κατοχή έβαζαν τους μελλοθάνατους και σε αυτή την περίοδο το χρησιμοποίησαν ως πειθαρχείο…ως πειθαρχείο πολιτικό, απομόνωση. Στα κελιά, δηλαδή που ήταν οι μελλοθάνατοι, ήμαστε και εμείς. Εκείνο με πόνεσε πολύ. Να με έβαζαν πουθενά οπουδήποτε αλλού ναι, αλλά εκεί που ήταν οι μελλοθάνατοι…Και οι σκέψεις πηγαινοερχόντουσαν… Μας βάζανε και κάθε πρωί με το Γιώργο μαζί και καθαρίζαμε τα αποχωρητήρια και μετά κουβαλούσαμε τα σκουπίδια. Τα σκουπίδια ήταν βαρέλια, τα βάζαμε στο αυτοκίνητο, πηγαίναμε τα αδειάζαμε, πλέναμε το αυτοκίνητο και γυρίζαμε. Και θυμάμαι…Τι να θυμηθείς! Τι να πρωτοθυμηθείς δηλαδή… Δυο τρεις περιπτώσεις που μείνανε ανεξίτηλες. Η μια είναι : ο Γιώργος ήταν αδύνατος. Και εγώ ήμουν αδύνατος και γερός, πολύ γερός. Και μου λέει μία φορά «Γιάννη, δεν αντέχω, θα πεθάνω!». Του λέω «Κάνε πως σηκώνεις, να κοκκινίζεις λιγάκι και άσ’ το σε εμένα.». Κι έλεγα τώρα, μονολογούσα και σκεφτόμουνα. : «Πού την έβρισκα εκείνη τη δύναμη, να σηκώσω τα βαρέλια με τα σκουπίδια μόνος μου;», «Με βοηθάνε οι σύντροφοί μου, οι εκτελεσμένοι». Δηλαδή, φτάνεις να σκέφτεσαι…Οι άλλοι είχαν κάνει μία χορωδία στο στρατό. Τέσσερις πέντε στρατιώτες και τραγουδούσαν και περνούσε η ώρα και γλεντούσαν και οι άλλοι… Ήταν ένα παιδάκι δώδεκα χρονών, υιοθετημένο από το τάγμα και είχε γίνει η σκιά μου. Και για αυτό αλλά και γιατί ήμουν ποδοσφαιριστής και ξαφνικά με έχασε το παιδάκι. Δεύτερη περίπτωση. Και η τρίτη από τις πολλές δηλαδή περιπτώσεις ήταν: είχαμε ένα δεσμοφύλακα τρελό. Τον είχαν βγάλει από το Δαφνί, καταλαβαίνεις τώρα, με το μαστίγιο, στο σβέρκο, εν πάσει περιπτώσει. Πάσχα. Μας έβαλε να καθίσουμε στα κεφαλόσκαλα του κτηρίου. « Ποιος θα πάει να φέρει το φαγητό των κρατουμένων; Ο Γιάννης». Πάω κάθομαι κι εγώ στη σειρά. Όταν ήρθε η σειρά μου έλεγε ο υπολοχαγός «Λέγε ρε! Φαΐ; Να φάτε σκατά !». Πάσχα. Πάσχα. Και έβαλα το κεφάλι κάτω κι έφυγα. Και όταν πήγα μου λέει ο δεσμοφύλακας « Το φαΐ;», «Μου είπε να φάμε σκατά.». Και άρχισε και έβριζε αυτός και όπως καθόμουν με σκυμμένο το κεφάλι, βλέπω το παιδάκι εκείνο το δωδεκάχρονο με ένα καλαθάκι και είχε κανα δυο αβγά μέσα και κουλούρια. Και μ’ έπιασε ένα κλάμα…Του χάιδευα το κεφάλι. Με έπιασε ένα κλάμα, δηλαδή, η αθωότητα του παιδιού εκείνου εκεί… Του έκανα και μάθημα. Του είπα να πάρει μερικά τετράδια να κάνουμε γραμματική, αριθμητική κτλ. Περίπου έτσι γινόταν κάποτε.
v Κάθε χρόνο συμμετέχετε στις εκδηλώσεις μνήμης που γίνονται στην Καισαριανή για την Εθνική Αντίσταση. Ποια συναισθήματα, σας διαπερνούν, κάθε φορά που βρίσκεστε στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής, ένα χώρο στον οποίο βρήκαν το θάνατο, πολλοί αθώοι;
Γ. Κ. : Το Σκοπευτήριο είναι κάποιας ιδιαιτερότητας, γιατί σκοπευτήρια υπήρχαν σε όλη την Ελλάδα, τόποι εκτέλεσης δηλαδή, αλλά εκεί γίνονταν εκτελέσεις ντόπιων, παραδείγματος χάρη στη Δράμα, ενώ εδώ στο Σκοπευτήριο το δικό μας ήταν οι εκτελεσμένοι από όλη την Ελλάδα, από όλη γενικά την Ελλάδα. Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρο, Εύβοια, Κρήτη, νησιά, από όλη την Ελλάδα. Λοιπόν, όταν βλέπεις παιδιά και σου έρχονται στη μνήμη όλα αυτά εδώ. Αυτοί οι άνθρωποι, παιδεύτηκαν, θυσιάστηκαν, για να ζούμε σήμερα εμείς ελεύθεροι. Τι ελεύθεροι, ο τρόπος του λέγειν…
v Στο Δήμο Καισαριανής, γίνονται προσπάθειες, ώστε να δημιουργηθεί το Μουσείο Εθνικής Αντίστασης στο χώρο του Σκοπευτηρίου, που χρησιμοποιείται σήμερα από τη Σκοπευτική Εταιρία ως χώρος εξάσκησης. Τι έχετε να πείτε για αυτή την κίνηση;
Γ. Κ. : Πρόκειται για μία παλαιότερη γνώμη, το υπόστεγο του Σκοπευτηρίου να γίνει Μουσείο Εθνικής Αντίστασης. Αλλά δυστυχώς, η Σκοπευτική Εταιρία ήταν παντοδύναμη. Μέχρι και ο βασιλιάς ήταν ανακατεμένος μέσα, δηλαδή πρόσωπα που κρατούσαν τα ηνία και δε μπορούσε κανείς να τα βγάλει πέρα μαζί τους. Όπως και τώρα. Το Σκοπευτήριο αυτό έγινε για την εκμάθηση σκόπευσης των Ενόπλων Δυνάμεων. Αλλά πήγαιναν και πολίτες μέσα, γίνονταν πρωταθλήματα Ελλάδος και Ευρώπης. Εγώ ήμουν δείκτης εκεί , παιδί. Δείκτης δηλαδή, έπαιρνα και έστηνα το στόχο και έδειχνα στο σκοπευτή πού πήγαινε η βολή του. Αλλά από τόπο χαράς τον έκαναν τόπο αιμάτων και θρήνου. Ξέρεις γιατί λέω από τόπο χαράς; Στα μπούνια, στο έμπα του Σκοπευτηρίου, από το «Χάραμα» μέχρι την οδό Ηρώς Κωνσταντοπούλου, ήταν κέντρα διασκέδασης. Και ειδικά τα καλοκαίρια γινόταν το σώσε στην πραγματικότητα. Όλη η Αθήνα μαζευόταν εδώ. Τραγουδιστές, διαγωνισμοί χορών. Για αυτό λέω από τόπο χαράς τον έκαναν τόπο αιμάτων και δακρύων. Το Μουσείο της Εθνικής Αντίστασης είναι παλαιό αίτημα αλλά η παντοδυναμία της ΣΚΟΕ στέκει εκεί, μπάστακας. Και οι σταυροί που στήσανε πάρα πολλοί…
v Έχει ειπωθεί ότι πρόκειται να γίνει συγχώνευση του Δήμου Καισαριανής με το Δήμο Βύρωνα. Με τον τρόπο αυτό θα υποβαθμιστεί η ιστορία της Καισαριανής. Συμφωνείτε με τη συγχώνευση των δύο δήμων;
Γ. Κ. :Δε συμφωνώ για το σχέδιο «Καλλικράτης». Και οι δύο δήμοι είναι ιστορικοί. Από το 1922 οι πρόσφυγες στην Καισαριανή, από το 1922 και στον Βύρωνα. Τώρα η Καισαριανή μπορεί να είναι κάπως με το Σκοπευτήριο, με το γυμναστήριο της Νήαρ Ηστ, κάπως διαφορετικά, αλλά ο κάθε δήμος έχει την ιστορία του.
v Είμαστε σε μία εποχή όπου γίνονται πολλές και ραγδαίες αλλαγές, ενώ παράλληλα επικρατεί συνεχώς ένας πανικός. Τι συμβουλή θα δίνατε στους νέους του σήμερα ; Και τι συμβουλή θα δίνατε σε εμάς που σπουδάζουμε στο Τμήμα Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού του Παντείου Πανεπιστημίου;
Γ. Κ. : Τη νεολαία πάντα την αγαπούσα, τα παιδιά πάντα τα αγαπούσα, για αυτό και στο Αναμορφωτήριο υπηρέτησα επτά χρόνια ως εθελοντής. Να σκεφτείς ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας ήταν μαθητής μου και μου πρότεινε να με κάνει καθηγητή του Πανεπιστημίου. Δε δέχτηκα. Δε δέχτηκα γιατί θα έχανα την επαφή μου με τα παιδιά και έφυγα σαν διευθυντής του Γυμναστηρίου της Νήαρ Ηστ. Τα παιδιά ποτέ δε φταίνε, άλλοι φταίνε. Οι ιστορίες του αναμορφωτηρίου που είναι μία κοινωνία, αντιπροσωπεύουν την πατρίδα μου, παιδιά, αμαρτίες γονέων. Τα παιδιά είναι όμως και αυτά που κρατάνε…Βλέπεις στις διαδηλώσεις ας πούμε, εγώ δε μπορώ να σταθώ, η ηλικία η δική μου ας πούμε, θα κατέβουμε και θα σέρνουμε τα πόδια μας. Τα παιδιά πρέπει να κοιτάνε μπροστά και να αγωνίζονται για ένα καλύτερο αύριο.
v Αυτή την περίοδο γράφετε κάποιο νέο βιβλίο; Πρόκειται να κυκλοφορήσει κάποιο άλλο βιβλίο σας σύντομα;
Γ. Κ. : Όχι, δε γράφω άλλο αλλά ήδη έχω γράψει πέντε με έξι βιβλία τα οποία δεν έχω εκδόσει ακόμα. Ένα εξαιρετικό βιβλίο είναι το «Η Καισαριανή στις φλόγες» με τα ονόματα όλων των εκτελεσμένων στην Κατοχή, στα Δεκεμβριανά κλπ. Μακάρι να βρεθεί κάποιος να με βοηθήσει να τα εκδόσω.
v Για να κλείσουμε τη συζήτησή μας, τι είναι αυτό που θα θέλατε να δείτε εσείς ως Γιάννης Κουβάς στον πολιτισμικό και μη πολιτισμικό ορίζοντα του αύριο;
Γ. Κ. : Πρώτα από όλα αν επιτρέπεται η λέξη, υγεία. Χωρίς την υγεία δεν γίνεται τίποτα. Έπειτα, τα παιδιά να πηγαίνουν σε πολιτιστικά κέντρα, να διαβάζουν, να μαθαίνουν αλήθειες. Τι άλλο να θέλει κανείς;
v Σας ευχαριστώ πολύ για το χρόνο που μου διαθέσατε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας !