Συνέντευξη με τον ηθοποιό Θανάση Παπαδόπουλο

Στις μέρες μας, είναι πολύ σπάνιο να συναντήσουμε ανθρώπους, που να μας δώσουν απλόχερα την αγάπη τους και να μας δείξουν καλοσύνη. Οι καιροί είναι πολύ δύσκολοι, λόγω των αυστηρών μέτρων, που έχουν επιβληθεί στην Ελλάδα λόγω της οικονομικής κρίσης. Μέσα σε αυτό το κλίμα σκληρότητας, ο ηθοποιός Θανάσης Παπαδόπουλος, δέχτηκε να συναντηθεί μαζί μας, να ανοίξει την αγκαλιά του και να μας υποδειχθεί με ένα ζεστό χαμόγελο και να μας μιλήσει για τη ζωή, την τέχνη, το σήμερα, αλλά και το αύριο. Για τη λίγη ώρα που περάσαμε μαζί του, αυτό που και εγώ και ο Νίκος Γαργαλάκος καταλάβαμε είναι ότι ο κύριος Θανάσης είναι ένας υπέροχος άνθρωπος, με ήθος, αξιοπρέπεια, αγάπη για τους νέους και ένας ηθοποιός που δεν ποιεί μόνο ήθος, αλλά και καλοσύνη, αγάπη και λατρεία όχι μόνο για τη δουλειά του, αλλά και για την νέα γενιά και την ίδια τη ζωή. Κύριε Θανάση, ευχαριστούμε πολύ, που μας τιμάτε με την παρουσία σας στο περιοδικό, αλλά και στην τέχνη... Ένας γλυκός άνθρωπος...Μία συζήτηση...Μία κατάθεση ψυχής...Μία πρόβα στο θέατρο Παραμυθίας μόλις ξεκινά και...1...2...3... και πάμε!


Ουρανία Παπαδοπούλου
Αρχισυντάκτρια Lapsus Linguae
                                                                                                                                                                  papadopoulouourania@yahoo.com

  
O Θανάσης Παπαδόπουλος στο Lapsus Linguae



  Μια χειμωνιάτικη μέρα του Δεκέμβρη βρεθήκαμε με την αρχισυντάκτρια του Lapsus Linguae στο θέατρο Παραμυθιάς (περιοχή του Κεραμεικού). Μας υποδέχτηκε εγκάρδια ο θίασος της θεατρικής παράστασης «Free Rider» -της Τζούλιας Σπυροπούλου- ενώ όλα ήταν έτοιμα για να ξεκινήσει η πρόβα. Μια πρόβα που στερήθηκε εκείνο το πρωί της παρουσίας του Θανάση Παπαδόπουλου, τον οποίο είχα την μεγάλη προσωπική χαρά να «απασχολήσω», αφού μιλήσαμε για πολλά και ενδιαφέροντα στο πλαίσιο της προκαθορισμένης συνέντευξής μας. Νιώθω πολύ τυχερός που μου δόθηκε η ευκαιρία να περάσω λίγο χρόνο με έναν ηθοποιό που έδωσε και συνεχίζει να δίνει με αμείωτη διάθεση το παρών στα δρώμενα της υποκριτικής από την
εποχή του παλαιού ελληνικού κινηματογράφου μέχρι σήμερα, έναν ηθοποιό που θαυμάζω απεριόριστα. Μάλιστα από τη στιγμή που μπήκα στο καμαρίνι και ύστερα δεν είχα την αίσθηση ότι πρόκειται για μια τυπική συνέντευξη αλλά πάνω απ’ όλα για μια φιλική κουβέντα…
-Ξεκινώντας θα ήθελα να μου μιλήσετε για τη νέα θεατρική δουλειά στην οποία πρωταγωνιστείτε. Ποιες ιδιαιτερότητες παρουσιάζει ο ρόλος σας και για ποιους λόγους θεωρείτε ότι αξίζει να έρθει το κοινό και να παρακολουθήσει την παράσταση; 
-Καταρχήν να κάνω μια μικρή διόρθωση, δεν πρωταγωνιστώ, και οι τέσσερις ηθοποιοί που παίζουμε είμαστε πρωταγωνιστές. Οι ρόλοι είναι μοιρασμένοι…
 -…συμπρωταγωνιστείτε λοιπόν. 

-(γελά) Ε ναι, ας πούμε! Ίσως και λόγω πείρας μπορούμε να το πούμε. Παίζω έναν πατέρα (κ. Άρμστρονγκ), η ηλικία του οποίου συμβαδίζει με τη δική μου και αυτό κάνει τον ρόλο πιο εύκολο για μένα. Αυτός ο πατέρας, που όπως αποδεικνύεται προς το τέλος του έργου πρόκειται να φύγει από τη ζωή, είναι χήρος και έχει την τύχη ή την ατυχία να έχει δυο γιους εκ των οποίων ο ένας είναι «νόμιμος» και ο άλλος «νόθος». Όταν ήταν νέος έπαιζε φυσαρμόνικα σε μπλουζ μπάντες και όντας «μπον βιβέρ» είχε μια φιλενάδα, όπως κάνανε συχνά οι καλλιτέχνες της εποχής. Με αυτήν έχει κάνει τον δεύτερο γιο, ο οποίος έχει το σύμπλεγμα του νόθου. Ο δεύτερος γιος έχει παραστρατήσει και εγκληματήσει με τον πατέρα να μην τον βοηθά, μάλιστα τον αφήνει να μπει και στη φυλακή. Ο νόθος γιος κάποια στιγμή επιστρέφει και ο πατέρας μετανοεί, έτσι αποφασίζει κατά την παραβολή του άσωτου υιού, να τον αγκαλιάσει, να τον βάλει στο σπίτι, να τον αντιμετωπίσει ισότιμα με τον άλλο του γιο, με τη διαφορά ότι τώρα ο νόθος γιος αντιμετωπίζει την εχθρική στάση του νόμιμου. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου περιστρέφεται γύρω από τη σύγκρουση των δύο νέων παιδιών με «διαιτητή» πονεμένο και ταλαιπωρημένο τον πατέρα. Αυτός είναι ο μύθος. Έχουμε κάποιες σκηνές στις οποίες ο νόθος γιος επειδή συμπτωματικά είναι και πιο δυναμικός, ενώ ο άλλος είναι φιλόλογος καθηγητής και είναι σκιαγραφημένος ως πιο ευπρεπής, όχι μόνο μπαίνει και κατακτά το χώρο του νόμιμου αλλά του κλέβει και το κορίτσι. Τελικά έχουμε μια συγκλονιστική σύγκρουση μεταξύ των δυο παιδιών και του πατέρα και έτσι φτάνουμε στην κορύφωση του έργου, την οποία δεν θα σας αποκαλύψω. Πρόκειται για μια οικογενειακή τραγωδία.
-Ακούγεται πολύ ενδιαφέρον. Πολύ ενδιαφέρον όμως έχει για μας και το πως ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με την υποκριτική... 
-(γελά)…Αυτό είναι πολύ περίεργο και καθόλου ρομαντικό αν θες, δεν έχει καμιά πνευματικότητα. Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στο Μεταξουργείο, κοντά στο θέατρο ΠΕΡΟΚΕ. Όταν ήμουν μικρός είχε εκεί γύρω κάτι καφενεία, κάτι σφαιριστήρια που παίζαμε ποδοσφαιράκι κτλ. Οι ηθοποιοί που παίζανε στο ΠΕΡΟΚΕ, οι μεγάλοι πρωταγωνιστές όπως ο Νίκος Σταυρίδης, ο Μίμης Φωτόπουλος και ο Κώστας Χατζηχρήστος, εκτός από μεγάλοι ηθοποιοί ήταν και απλοί άνθρωποι. Βγαίνανε όταν είχανε διάλειμμα στο καφενείο, καθόντουσαν και μιλάγανε μεταξύ τους για να περάσει η ώρα μέχρι να αρχίσει η επόμενη παράσταση. Εμείς πιτσιρίκια, τους θαυμάζαμε, καθόμασταν κοντά τους και κρυφακούγαμε τι λέγανε. Από τις ιστορίες λοιπόν που λέγανε για τη ζωή τους και για το επάγγελμά τους, τις οποίες κρυφάκουγα εγώ και άλλοι φίλοι, γοητεύτηκα! Αυτό με έκανε να θέλω να γίνω και εγώ ηθοποιός. Έτσι ξεκίνησα, έτσι το αποφάσισα, όχι γιατί μέσα μου κάτι μίλησε και είπε «πήγαινε να σώσεις το ελληνικό θέατρο», όχι, το έκανα γιατί μου άρεσαν οι ιστορίες που άκουγα από εκείνους τους ηθοποιούς. Που κρυφάκουγα μάλλον!
 -Είναι πολύ όμορφο αυτό που μας λέτε! 
-Είναι όμορφο αλλά δεν είναι πολύ πνευματικό! (γέλια)

 -Κινηματογράφος ή θέατρο; Τι σας εξιτάρει περισσότερο σαν ηθοποιό; 
Ε, πιστεύω ότι σχεδόν για όλους τους ηθοποιούς είναι το θέατρο πολύ πιο σημαντικό γιατί έχεις άμεση επαφή με το κοινό σου, οι δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσεις είναι πολύ μεγαλύτερες, κάθε παράσταση είναι εντελώς διαφορετική από την προηγούμενη και την επόμενη γιατί είναι άλλο το κοινό, άλλη η «ανάσα» που λέμε του κοινού, και αυτό δημιουργεί ένα μεγάλο ενδιαφέρον στην παράσταση, σε εσένα τον ίδιο. Στον κινηματογράφο κάνεις δυο-τρεις φορές το πλάνο, κρατάνε το πιο καλό και αυτό θα μείνει εφ’ όρου ζωής, ένα καλό πλάνο, ενώ στο θέατρο κάθε μέρα είναι κάτι το διαφορετικό και αυτό σε εξιτάρει σαν ηθοποιό.

 -Εμείς πάντως, η νέα γενιά, σας έχουμε γνωρίσει μέσα από τον κινηματογράφο και έχει μια αξία για μας αυτό! 
-Ε, βέβαια! Είναι αυτές οι ασπρόμαυρες ταινίες που έχουνε μείνει και οι περισσότερες από αυτές είναι πια κλασσικές. Θα θυμόσαστε βέβαια, θα την έχετε δει, την ταινία που άρχισε να με κάνει κάπως γνωστό, το «Νόμο 4000» όπου με κουρεύανε (σσ. στον χαρακτηριστικό ρόλο) και υπήρξαν και κάποιες άλλες ταινίες μετά…

 -Θα μιλήσουμε για αυτές εκτενώς στη συνέχεια. Ποιος είναι κατά τη γνώμη σας ο πιο απαιτητικός ρόλος που υποδυθήκατε στο θέατρο; 
Ξέρεις Νίκο μου θα έλεγα κάτι κοινότυπο αλλά έτσι συμβαίνει, σχεδόν όλοι οι ρόλοι είναι το ίδιο απαιτητικοί. Καμιά φορά βέβαια κάποιοι ρόλοι είναι περισσότερο. Θυμάμαι ένα ρόλο που δυσκολεύτηκα πάρα πολύ, ήταν στην «Εύθυμη χήρα» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη. Έκανα έναν βόρειο-βαλκάνιο διπλωμάτη, δε φαινόταν ξεκάθαρα η εθνικότητα, πάντως κάτι σαν Ρουμάνο, Αλβανό ή Σκοπιανό. Ήταν κωμικός ρόλος και εκεί πραγματικά δυσκολεύτηκα για να πετύχω την προφορά και το συναίσθημα αυτού του ανθρώπου. Επίσης δύσκολος ρόλος, γιατί θα έπρεπε να τραγουδάω και μάλιστα καλά, ήταν στο «Μεγάλο μας τσίρκο» με την Τζένη Καρέζη, και εκεί τα είχα βρει σκούρα γιατί έκανα δύο ή τρεις ρόλους, επειδή λοιπόν το έργο του Καμπανέλλη είχε ιδιαίτερες απαιτήσεις πραγματικά θυμάμαι ότι τότε είχα δυσκολευτεί πάρα πολύ. Αυτά ίσως θα μπορούσα να ξεχωρίσω.

 -Ποια κινηματογραφική σας δουλειά ξεχωρίζετε;
  -Κινηματογραφική δουλειά θα έλεγα βέβαια αυτή που προείπαμε, το «Νόμο 4000», γιατί με βοήθησε πάρα πολύ. Είναι επίσης μια ταινία που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστή και έπαιζα έναν πολύ μικρό ρόλο, η «Βαβυλωνία» του Βυζάντιου που έγινε κινηματογραφικό έργο, τη θεωρώ πολύ καλή ταινία. Θα ξεχώριζα και την ταινία «Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι», όπου έκανα ένα από τα παιδιά του Λάμπρου Κωνσταντάρα, αλλά και τώρα τελευταία την ταινία «Γυναικείες συνωμοσίες» του Βασίλη Βαφέα, που πήγε στο προηγούμενο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Πολύ ωραία ταινία όπου μου άρεσε πάρα πολύ ο ρόλος που έκανα, κι εκεί είχα μια δυσκολία αλλά με τον Βασίλη Βαφέα τα βρήκαμε μια χαρά και με βοήθησε να παίξω τον ρόλο. 
 -Επομένως ασχολείστε ακόμη με τον κινηματογράφο. Υπάρχει περίπτωση να σας δούμε σε νέα κινηματογραφική δουλειά μελλοντικά; 
-Ξέρεις Νίκο μου, αυτό θα το καταλάβετε εύκολα, δεν εξαρτάται από τον ηθοποιό το πότε θα αφήσει το θέατρο ή τον κινηματογράφο. Εξαρτάται από αυτούς που παράγουν. Αν με θεωρούν χρήσιμο, όπως αυτά τα νέα παιδιά (σσ. αναφέρεται στο θίασο της παράστασης «Free Rider») τώρα με θεώρησαν χρήσιμο να έρθω να παίξω έναν πατέρα, τότε δεν θα τα παρατήσω ποτέ όσο με κρατάνε τα πόδια μου. Αν όμως πάψουν στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο και στο θέατρο να ζητάνε την παρουσία μου, τότε υποχρεωτικά θα αναγκαστώ να αποσυρθώ. Αυτή τη στιγμή έχω κουράγιο, μπορώ να παίζω και πάντα προσπαθώ να επιλέγω δουλειές που είναι με νέα παιδιά γιατί πέρα από αυτό που κάνω σαν ηθοποιός, το οποίο μου αρέσει, έχω επιπλέον το συναίσθημα ότι βοηθάω κάποια νέα παιδιά. Αυτό μου αρέσει, όχι απλά να παίξω θέατρο, εντάξει ότι ήταν να κάνω το έκανα και απέδειξα πόσο καλός ή κακός ηθοποιός είμαι, αυτό που θέλω να κάνω τώρα μέσα από την καρδιά μου είναι να βοηθάω νέα παιδιά όσο μπορώ και να τους μεταδίδω την πείρα μου.
-Έχετε παίξει δίπλα σε ονόματα που σφράγισαν τη «χρυσή» περίοδο του ελληνικού κινηματογράφου όπως ο Λάμπρος Κωνσταντάρας, η Μάρω Κοντού, η Αλίκη Βουγιουκλάκη… 
-…η Τζένη Καρέζη, ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο Βασίλης Αυλωνίτης και πολλοί άλλοι της εποχής τους οποίους είχα την ευκαιρία να τους προλάβω, ηθοποιούς που είχα τη δυνατότητα να παίξω δίπλα τους είτε στο θέατρο είτε στον κινηματογράφο και μετά με τη νεότερη γενιά των πρωταγωνιστών, με τον Σωτήρη Μουστάκα, τον Κώστα Βουτσά, τον Σταύρο Παράβα, με όλους αυτούς έχω παίξει πάρα πολύ, ήταν περίπου στη γενιά τη δική μου, λίγο μεγαλύτεροι. Έχω πάρει πολλά πράγματα από αυτούς.

   -Προλάβατε την επόμενη ερώτηση. Πέραν της λεγόμενης χρυσής περιόδου του ελληνικού κινηματογράφου στην οποία αφήσατε το στίγμα σας, μας έχετε χαρίσει απολαυστικές στιγμές σε ταινίες του ’80 ως δίδυμο με τον Σωτήρη Μουστάκα ενώ έχετε συνεργαστεί και με άλλα ονόματα της περιόδου. Τι αναμνήσεις έχετε από τότε και πείτε μας αν κάνατε φιλίες που άντεξαν στο χρόνο. 
-Όπως καταλαβαίνεις είναι τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου αυτά! Ήμουν νέος και αντιμετώπιζα δυσκολίες, όμως με τη σημερινή κατάσταση αποδεικνύεται ότι τότε ήταν πραγματικά καλά χρόνια. Δεν είχαμε την οικονομική ευμάρεια, ήταν όμως ωραία χρόνια, οι άνθρωποι ήμασταν πιο αδελφωμένοι, οι ηθοποιοί μεταξύ τους ήτανε φίλοι, δεν υπήρχε περίπτωση να φύγεις το βράδυ μετά την παράσταση και να μην πας με δύο-τρεις συναδέλφους σε ένα ταβερνάκι να φας, να πιεις ένα κρασάκι και να κάνετε μια ανασκόπηση της παράστασης ή να συζητήσετε κάποιες σαχλαμάρες εν πάση περιπτώσει! Κάθε βράδυ μετά την παράσταση έπρεπε σχεδόν απαραιτήτως να βρίσκεσαι με κάποιους συναδέλφους. Τώρα δεν ξέρω αν συμβαίνει αυτό, νομίζω ότι μετά την παράσταση ο κάθε ηθοποιός ακολουθεί τον δρόμο του κι εξαφανίζεται… Τότε όλοι οι ηθοποιοί ήμαστε πολύ δεμένοι. Φιλίες ναι, είχα πολύ στενή φιλία με τον αείμνηστο Σωτήρη Μουστάκα, ήμαστε πολύ πολύ φίλοι και όταν δεν παίζαμε μαζί βλεπόμαστε σχεδόν καθημερινά. Επίσης με τον Κώστα Βουτσά ήμαστε πολύ φίλοι, και τώρα βλεπόμαστε πολύ τακτικά και τα λέμε… Οι άλλοι πια δυστυχώς έχουνε φύγει, τι να κάνουμε, η νομοτέλεια της ζωής αυτή είναι!

 -Σας είδαμε πρόσφατα σε ρόλους guest σε τηλεοπτικές σειρές όπως η «Ζωή της άλλης» και η «Πολυκατοικία». Η τηλεόραση όμως σταδιακά αντικαθιστά τις ελληνικές σειρές με προγράμματα ριάλιτι και φθηνές ξένες παραγωγές. Ποια είναι η άποψή σας για την τηλεόραση σήμερα στην Ελλάδα; 
-Για σήμερα πρώτα απ’ όλα είναι κακό που (σσ. οι ιθύνοντες) φροντίζουν να γεμίζουν το πρόγραμμά της τηλεόρασης με φθηνά ριάλιτι και φθηνές ξένες σειρές στερώντας από τους ηθοποιούς τη δυνατότητα να δουλέψουν, να φανούν, να προσφέρουν. Αυτό όμως, απ’ ότι λένε αυτοί που έχουνε τα κανάλια, είναι συνάρτηση της οικονομικής δυσπραγίας. Θα αποδειχθεί όμως, είμαι σίγουρος γι’ αυτό, ότι θα χάσουνε περισσότερα λεφτά τώρα που δεν βάζουν ελληνικές σειρές, γιατί ο κόσμος δεν θα κάθεται τόσο πολύ στην τηλεόραση και δεν θα έχουμε τόσες πολλές διαφημίσεις, παρά ότι θα χάνανε λεφτά παράγοντας ελληνικές σειρές. Έχει αποδειχθεί ότι τα πετυχημένα ελληνικά σίριαλ και οι παλιές ελληνικές ταινίες, όταν παίζονται στην τηλεόραση, έχουν πάρα πολλές διαφημίσεις, πράγμα που συμφέρει πολύ τους καναλάρχες. Δεν είμαι εγώ οικονομικός σύμβουλος αλλά σαν τηλεθεατής έχω διαπιστώσει ότι οι ελληνικές σειρές όπως και οι παλιές ελληνικές ταινίες έχουν μεγαλύτερη τηλεθέαση από τα «μαγειρέματα», τα «τσιτσιδώματα» και από όλα αυτά τα κουτσομπολίστικα.

 -Επομένως θα συμφωνήσουμε στο ότι η οικονομική κρίση επηρεάζει τον ηθοποιό. 
-Βέβαια τον επηρεάζει! Τον επηρεάζει και οικονομικά, το παράδοξο είναι ότι το επηρεάζει και καλλιτεχνικά. Δηλαδή όταν σε έναν ηθοποιό μειώνεις το εισόδημά του τον υποχρεώνεις να στραφεί και σε δουλειές που δεν θα τις έκανε σε μια άλλη εποχή, θα τις απέφευγε, αυτές που λέμε εντός παρενθέσεως «φτηνιάρικες», αλλά όταν δεν έχεις να ζήσεις θα στραφείς κι εκεί. Λοιπόν κάνει διπλό κακό η οικονομική δυσπραγία, και δεν επιτρέπει στον ηθοποιό να δημιουργήσει σωστά αυτό που θέλει, και τον οδηγεί σε πράγματα τα οποία δεν θα τα έκανε σε άλλη περίπτωση. Δεν ξέρω αν γίνομαι σαφής…
 -Σαφέστατος. Σαν ηθοποιός έχετε βιώσει την ανεργία; 
-Βεβαίως. Στους ηθοποιούς το κύριο γνώρισμα είναι η ανεργία και μου κάνει εντύπωση τώρα με τις απεργίες, γιατί ο κόσμος πρέπει να ξέρει και είναι ευκαιρία μέσα από το έντυπό σου να το μάθει αυτό, ότι ο ηθοποιός στο ιδιωτικό θέατρο, δεν λέω στα κρατικά θέατρα που είναι λίγα, δυο φορές το χρόνο ψάχνει για δουλειά. Δηλαδή υπογράφει συμβόλαιο να παίξει το χειμώνα σε ένα έργο, τελειώνει ο χειμώνας και το καλοκαίρι είναι πια άνεργος. Ψάχνει να βρει, αν βρει, δουλειά καλοκαιρινή και μόλις τελειώσει το καλοκαίρι σταματάει και αρχίζει πάλι να ψάχνει… Δηλαδή δυο φορές τον χρόνο ο ηθοποιός απολύεται. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι η ανεργία είναι το κυριότερο, μα το κυριότερο γνώρισμα του επαγγέλματος του ηθοποιού. Και μου κάνει εντύπωση όταν ακούω για τεράστιες απεργίες, βέβαια έχουνε δίκαιο αυτοί που απεργούν, έχουνε δίκαιο που θέλουνε περισσότερα λεφτά αλλά για φαντάσου και έναν ηθοποιό ο οποίος θα μου πεις το ‘χει επιλέξει, εντάξει, έναν ηθοποιό που δυο φορές το χρόνο ψάχνει για δουλειά…
 -Καταλαβαίνω… 
-…μην προσβάλω τους απεργούς, δεν θέλω για όνομα του θεού…

 -Το καταλαβαίνω και νομίζω φαίνεται ότι δεν το λέτε με τέτοια διάθεση. 
-Ναι, απλώς μου κάνει εντύπωση σαν άτομο. Έχω βιώσει την ανεργία ή μάλλον, αν όχι την ανεργία γιατί ήμουν τυχερός και έπαιζα πολύ τακτικά στο θέατρο, έχω βιώσει τι σημαίνει να ζητάς δυο φορές το χρόνο δουλειά. Δυο φορές το χρόνο να βρίσκεσαι άνεργος, χωρίς ένσημα, χωρίς μεροκάματο, χτυπώντας πόρτες να βρεις δουλειά. Γιατί δεν ξυπνάει κανένας πρωί πρωί και λέει «πού είναι ο κ. Παπαδόπουλος να τον φωνάξουμε να έρθει να παίξει;» και δεν μιλάω βέβαια για τους μεγάλους πρωταγωνιστές, μιλάω για τους ηθοποιούς της σειράς της δικής μου που μπορεί ξέρω εγώ σαν κι εμένα να υπάρχουν αρκετοί ή να υπήρχαν αρκετοί στην περίοδο της ακμής (σσ. του ελληνικού κινηματογράφου), θα μπορούσανε να διαλέξουν κάποιον από όλους τους άλλους. Και έπρεπε να είσαι τυχερός, έπρεπε να έχεις δώσει καλά στοιχεία ώστε να επιλέξουν εσένα. Κοιμόσουν και ξύπναγες με την αγωνία «αν κάποιος θα με πάρει τηλέφωνο»…

 -Εκτός από το επάγγελμα του ηθοποιού εξασκείτε κάποιο άλλο επάγγελμα; 
-Αυτή τη στιγμή όχι…
 -Παλαιότερα; 
-Όταν αποφάσισα να σπουδάσω ηθοποιός και άρχισα να κάνω και τις πρώτες δουλειές μίλησα στη μητέρα μου, γιατί δεν είχα πατέρα, μόνο μητέρα με μεγάλωσε, και αφότου της είπα πως θέλω να γίνω ηθοποιός και ότι θα πάω να σπουδάσω θέατρο, σαν σοφή η μάνα μου μου είπε «ναι, πολύ ωραία ιδέα αλλά μάθε και μια δουλειά». Δεν θεωρούσε το θέατρο δουλειά (γελά) και πράγματι όταν δεν είχα μαθήματα στη δραματική σχολή πήγαινα σε ένα εργαστήριο χρυσοχοΐας και έμαθα να δουλεύω τον χρυσό, οπότε για ένα διάστημα δούλευα στον κινηματογράφο και στο θέατρο και παράλληλα δούλευα σε ένα εργαστήριο χρυσοχοΐας κατασκευάζοντας κοσμήματα, τότε τα κοσμήματα ήταν χειροποίητα και είχε πολύ ενδιαφέρον. Ήταν κι αυτό ας πούμε ένα είδος καλλιτεχνικής δουλειάς και δημιουργικής. Έτσι λοιπόν μπορούσα να τα συνδυάζω γιατί ούτε το μεροκάματο του θεάτρου ήταν πολύ σπουδαίο, ούτε όπως προείπα υπήρχε σιγουριά. Όταν πια άρχισα να πηγαίνω καλά στο θέατρο, να δουλεύω αρκετά τακτικά και να κάνω και ταινίες σιγά σιγά αποσύρθηκα, όχι για κανέναν άλλο λόγο, κουραζόμουνα και δεν μπορούσα να αποδώσω σωστά τη δουλειά.
 -Ποια είναι η άποψή σας για τον σύγχρονο ελληνικό κινηματογράφο και θέατρο; 
-Η άποψή μου για τον ελληνικό κινηματογράφο, η οποία δεν ξέρω αν είναι η σωστή, είναι ότι έχει προχωρήσει μπροστά ως προς την παραγωγή και την επένδυση αλλά έχω την αίσθηση ότι κάνει ένα λάθος, τα θέματα που επιλέγει να κάνει ταινίες δεν είναι αυτά καθ’ αυτά «ελληνικά», δεν μυρίζουνε Ελλάδα. Πολλοί νέοι και μεγαλύτεροι άνθρωποι με σταματάνε στο δρόμο και μου λένε «αχ, τι καλές που ήτανε οι παλιές ελληνικές ταινίες», κάθομαι και σκέφτομαι γιατί το λένε αυτό και είναι αυταπόδεικτο, γιατί όταν παίζουν στην τηλεόραση κάθονται όλοι να τις δουν και τρεις και τέσσερις και πέντε φορές. Σιγά σιγά πίστεψα ότι αρέσουνε γιατί ήτανε «ελληνικές», δηλαδή μυρίζανε Ελλάδα, όταν έβλεπες μια ταινία τέτοια έβλεπες ότι είναι Ελλάδα, τα θέματα ήταν ελληνικά. Θα μου πεις τώρα υπάρχει θέμα προίκας όπως ήταν στις παλιές ελληνικές ταινίες; Ναι, υπάρχει! Υπάρχουν κοπέλες που δεν μπορούν να παντρευτούν γιατί δεν έχουν καλή δουλειά, γιατί δεν έχουν καλή προίκα, γιατί θεωρούν πως δεν μπορούν να φτιάξουν οικογένεια. Υπάρχει θέμα ελληνικό. Μια κλασσική ταινία, «Η κυρά μας η μαμή» με τη Γεωργία Βασιλειάδου», μια σπουδαία ταινία… Και τώρα δεν υπάρχουν τσαρλατάνοι γιατροί στην Ελλάδα που κοροϊδεύουν τον κόσμο με γιατροσόφια εξαπατώντας τον; Ίσως το εκλαϊκεύω πολύ αλλά θέλω να δώσω την έννοια του «ελληνικού». Τώρα τα θέματα είναι «η γυναίκα με εραστή έναν άντρα που ο άντρας αυτός έχει φιλενάδα…», δηλαδή αμερικανοφέρνουν. Ναι, αλλά οι Αμερικάνοι αυτά τα θέματα τα κάνουνε καλύτερα από μας!

 -Ακριβώς, γιατί εμείς δεν έχουμε την πρωτοτυπία
-Ας κάνουμε εμείς κάτι δικό μας γιατί αυτά οι ξένοι τα κάνουνε καλύτερα, είναι σα να βάλεις έναν Αμερικάνο να χορέψει με τη φουστανέλα καλαματιανό. Ε, δε γίνεται, αφού ο Έλληνας τον χορεύει καλύτερο! Ας μάθουμε λοιπόν να χορεύουμε σωστό καλαματιανό και ας αφήσουμε τα ραπ. Αυτή είναι η άποψή μου, μπορεί να είναι λανθασμένη αλλά αυτή είναι. Πρέπει να την πω!
(γελά) 
-Είστε πολύ σεμνός! 
-(γέλια)     
-Είστε αισιόδοξος για τις νεότερες γενιές ελλήνων ηθοποιών; Υπάρχει κάποιος που να ξεχωρίζετε; 
-Ναι είμαι πολύ αισιόδοξος, αλλοίμονο! Πρώτα απ’ όλα οι νεότεροι ηθοποιοί είναι πολύ πιο καλλιεργημένοι από εμάς τους παλαιότερους, δηλαδή ξέρουνε πιο καλά και τραγουδάνε, ξέρουν και χορεύουν, έχουν σπουδάσει σωστά, έχουν πάει σε σεμινάρια, είναι πολύ διαβασμένοι και πιστεύω ότι θα βγούνε σπουδαίοι ηθοποιοί από τις νεότερες γενιές. Αυτό που θα πρέπει να κατακτήσουνε λίγο κατά την άποψή μου πάλι, είναι η ψυχή. Λίγο περισσότερη ψυχή κι όχι περίγραμμα, όχι, ας πούμε, φόρμα. Όταν επιδιώκεις τη φόρμα σου αφαιρεί λίγο απ’ την ψυχή σου, θέλει λίγη περισσότερη αλήθεια. Ηθοποιούς δεν μπορώ να ξεχωρίσω από αυτές τις γενιές παρά μόνο από τους λιγότερο νέους, είναι πάρα πολύ καλός ο Γιάννης Μπέζος, θαυμάσιος ηθοποιός, ο Παύλος Χαϊκάλης, όλοι αυτοί οι γνωστοί πρωταγωνιστές. Ο Κιμούλης, ο Φιλιππίδης, όλοι αυτοί είναι πολύ σπουδαίοι, μου αρέσουνε πάρα πολύ. Θα αντικαταστήσουν τους παλιούς πρωταγωνιστές, δείχνουν ότι θα αφήσουν ιστορία προχωρώντας. Είναι κι άλλοι που τώρα δεν μου έρχονται στο μυαλό.

 -Εσείς που δουλεύετε και με νέα παιδιά σίγουρα εκτιμάτε ιδιαίτερα τις νεότερες γενιές. 
-Ναι, πάρα πολύ, γιατί όπως είπα και προηγουμένως τους βλέπω ότι είναι πιο καλλιεργημένοι, έχουν πάρα πολύ μεγάλο μεράκι, αγαπάνε ιδιαίτερα αυτή τη δουλειά και κάνουν και πολλές θυσίες. Βλέπω παιδιά τα οποία παρατάνε τη δουλειά τους και τρέχουνε να κάνουνε πρόβες γιατί όπως έκανα και εγώ όταν ήμουν νέος, κάνουνε κι άλλες δουλειές αφού το θέατρο δεν μπορεί να σε ζήσει, αυτό είναι γνωστό, εννοώ τη μεγάλη μάζα των ηθοποιών, βέβαια πέντε-δέκα ή είκοσι πρωταγωνιστές μπορούνε και ζουν από το θέατρο και από τον κινηματογράφο ή τώρα από την τηλεόραση αλλά ο μεγάλος όγκος των ηθοποιών δύσκολα μπορεί να ζήσει μόνο από τη δουλειά αυτή. Πολύ δύσκολα.
 -Κάνοντας έναν σύντομο απολογισμό της μεγάλης σας σταδιοδρομίας στην υποκριτική υπάρχει κάποιο ανεκπλήρωτο όνειρο, κάτι που θα θέλατε να κατακτήσετε στο μέλλον; 
-Εγώ Νίκο μου όταν ξεκίνησα να κάνω θέατρο και να ασχολούμαι με αυτή τη δουλειά, όχι από σεμνότητα, ίσως από χαρακτήρα, δεν πίστευα ποτέ ότι θα γίνω μεγάλος πρωταγωνιστής. Αυτό που ήθελα να πετύχω και που επεδίωκα ήταν να είμαι πάντα παρόν σε δουλειές που μου αρέσουνε, να παίζω καλά τον ρόλο που μου δίνουν, μικρό ή μεγάλο, να με εκτιμάνε οι συνάδελφοί μου. Αυτό λοιπόν κατά κάποιο τρόπο το κατέκτησα. Ίσως κακώς, ίσως έβλεπα μόνος μου τι δυνάμεις έχω, αλλά δεν ονειρευόμουν να γίνω σταρ, ο μεγάλος πρωταγωνιστής που θα αφήσει ιστορία και τα λοιπά. Οι βλέψεις μου ήταν ταπεινές, αυτό μ’ άρεσε, μ’ άρεσε να είμαι στο θέατρο, μ’ άρεσε να μετέχω. Να φανταστείς ότι, όπως λέγαμε προηγουμένως με την ανεργία των ηθοποιών, εγώ ήμουν από τους ηθοποιούς που χονδρικά πολύ λίγες σεζόν έμεινα άνεργος. Αυτό τι δείχνει, όχι ότι ήμουνα σπουδαίος ηθοποιός ίσως, αλλά ότι με εκτιμούσανε οι άνθρωποι του θεάτρου και πάντα ψάχνανε να με βρούνε για να συμμετάσχω σε κάποια δουλειά, είτε θεατρική είτε κινηματογραφική. Αυτό μέσα μου με κάνει να πιστεύω ότι κάτι συνέβαινε με μένα, ότι κάποιοι άνθρωποι με εκτιμούσανε, κάποιοι άνθρωποι πιστεύανε ότι μπορώ να κάνω καλά τη δουλειά μου. Δεν έγινα ο μεγάλος πρωταγωνιστής αλλά ειλικρινά ούτε το είχα σκεφτεί ποτέ, ούτε με στενοχωρεί.
  
  -Και ο κόσμος έχει μεγάλη εκτίμηση στον Θανάση Παπαδόπουλο, πιστέψτε με. 
-Το ότι ο κόσμος με αγαπάει και τώρα ακόμα, όπως και εσείς νέα παιδιά, νέοι δημοσιογράφοι ήρθατε να με βρείτε να με ρωτήσετε πέντε πράγματα, αυτό για μένα με κάνει σούπερ πρωταγωνιστή! Σα να είμαι ό πρωταγωνιστής, αυτό είναι για μένα. Αν όχι συγκεκριμένα, αλλά μέσα στη σκέψη μου, κάτι τέτοιο φανταζόμουνα. Να κάνω μια διαδρομή στη δουλειά μου που να εκτιμηθεί από τους φίλους μου, από τους συνεργάτες μου, από τον τύπο αν θέλεις, να αφήσω αυτό που λέμε «ένα μικρό αποτύπωμα». Και νομίζω ότι άφησα στη δουλειά μου ένα μικρό αποτύπωμα.
 -Κλείνοντας, θα θέλαμε να μοιραστείτε μαζί μας μια ευχή για τη νέα χρονιά. 
-Για τη νέα χρονιά παιδιά…(γέλια)
 -…πολλές ευχές; 
-Πάρα πολλές ευχές, γιατί δυστυχώς η εποχή που περνάμε γνωρίζουμε ότι είναι άσχημη γενικά για όλους τους ανθρώπους, αλλά εκατό φορές ασχημότερη για σας τους νέους διότι δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει αυτή η κατάσταση. Εύχομαι λοιπόν όλα τα πράγματα να διορθωθούνε προς το καλύτερο, να πάνε για την Ελλάδα, για όλο τον κόσμο καλύτερα και εσείς οι νέοι να βρείτε τον δρόμο σας, να σας δοθούν ευκαιρίες και να μπορέσετε μέσα από τη δουλειά που κάνετε και που αγαπάτε να νιώσετε ευτυχισμένοι και γεμάτοι.
    
Από την όμορφη κουβέντα που είχαμε με τον κ. Παπαδόπουλο, κατά τη διάρκεια της συνέντευξής μας αλλά και μετά το τέλος της, διέκρινα έναν ευχάριστο και θετικό άνθρωπο ο οποίος όντας σεμνός και ταυτόχρονα ευθύς σε κερδίζει από την πρώτη στιγμή. Μπορώ λοιπόν να πω με σιγουριά πως ο άνθρωπος Θανάσης Παπαδόπουλος είναι εξίσου σημαντικός με τον ηθοποιό. Κρατώ καλά φυλαγμένες τις σκέψεις που μοιράστηκε μαζί μου. Τον ευχαριστώ!  Tον κ. Παπαδόπουλο, αυτή την περίοδο μπορούμε να τον απολαύσουμε ζωντανά στο θεατρικό σανίδι για μία ακόμα φορά, σε μία πολλά υποσχόμενη θεατρική παράσταση όπου κρατά το ρόλο ενός πατέρα. Συγκεκριμένα ,  συμμετέχει στο έργο «Free Rider», που έχει γράψει η Τζούλια Σπυροπούλου η οποία έχει και τον μοναδικό γυναικείο ρόλο (Σάρλοτ). Επίσης παίζουν ο Δημήτρης Νικολόπουλος που υποδύεται τον «νόθο» γιο (Τζακ), ο Σταύρος Κανελλίδης ο οποίος παίζει τον ρόλο του «νόμιμου» γιου (Λάρυ) και ο Διονύσης Ταραζής που σκηνοθετεί και παράλληλα υποδύεται τον γιατρό στην παράσταση (δρ. Κάναλ). Τα κοστούμια τα έχει επιμεληθεί η Πέννυ Μπαλή και τις καλλιτεχνικές φωτογραφίες η Ξανθίππη Χριστοπούλου. Τους ευχόμαστε ολόψυχα καλή επιτυχία και αναμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την έναρξη των παραστάσεων  την Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011 στο Θέατρο Παραμυθίας στον  Κεραμεικό. Επίσης, μπορούμε να τον απολαύσουμε και στην ταινία "Ρόδα,τσάντα και κοπάνα", που παίζεται στις κινηματογραφικές αίθουσες.




Nίκος Γαργαλάκος



Σχόλια