Συσσίτια της Αθήνας:«Η κινητήρια δύναμη της Γαλήνης»


 «Είναι η κινητήρια δύναμη των συσσιτίων της Ιεράς Μητροπόλεώς μας», δηλώνει ο πάτερ Ευστάθιος, ο υπεύθυνος του «Σπιτιού της Γαλήνης » της Ιεράς Μητρόπολης Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού, για τις εθελόντριες που μαγειρεύουν στο σισίτειο του Αγίου Νικολάου. «Αφήνουν το σπίτι τους από τις 7.30 το πρωί, μέχρι τη 1 το μεσημέρι και κατασκευάζουν φαγητά, τα οποία υπερβαίνουν την τέχνη από τα σπίτια τους, γιατί θέλουν οι άνθρωποι που ανακουφίζονται παίρνοντας ένα πιάτο φαγητό, το φαγητό αυτό να είναι άριστο με τις καλύτερες προδιαγραφές και με τις καλύτερες συνθήκες»

Eίναι 11 το πρωί. Έξω από το σπιτάκι της Γαλήνης στέκεται ο κύριος Νίκος. Χτυπά την πόρτα και του ανοίγει μία κυρία χαμογελαστή. Τη χαιρετά, της δίνει το ταπεράκι του και εκείνη του το επιστρέφει γεμάτο με μία μερίδα φαγητού και λίγο ψωμί. Ο κύριος Νίκος την αποχαιρετά και αποχωρεί. Πηγαίνει και κάθεται σε ένα παγκάκι στον περίβολο του ναού, ανοίγει το ταπεράκι του και αρχίζει να καταναλώνει το γεύμα του.

Έξω από το σπιτάκι, βρίσκεται ο πάτερ Ευστάθιος που μας εξηγεί «Τα «Σπίτια Γαλήνης Χριστού» της Μητροπόλεως Καισαριανής, Βύρωνος και Υμηττού άρχισαν οργανωμένα από το 1974. Από τότε σιτίζονται άτομα που έχουν ανάγκη. Το θέμα των συσσιτίων  από  το 2008 μέχρι σήμερα αυξήθηκε με ιλιγγιώδη ταχύτητα , λόγω της οικονομικής κρίσεως. Από εμάς παίρνουν φαγητό κυρίως Αλβανοί, Ρουμάνοι, Ρώσοι, και πολλά άτομα από τις ανατολικές χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, αλλά και Έλληνες, ενορίτες, οι οποίοι προστρέχουν στην Εκκλησία για να  βρουν καταφύγιο. Η εχεμύθεια είναι απαραίτητη γιατί αυτοί οι άνθρωποι, λόγω αξιοπρέπειας και προσωπικών δεδομένων, δε θέλουν να φαίνονται ότι έχουν καταντήσει έτσι.». Αμέσως μετά θα εισέλθουμε μαζί στο σπιτάκι.

Κατά τις 11.30 κάθε πρωί οι εθελόντριες μαζεύονται στο δωματιάκι, που βρίσκεται δίπλα από την κουζίνα της «Γαλήνης». Πρόκειται για ένα πολύ μικρό χώρο με τοίχους βαμμένους σε ουδέτερα χρώματα. Λίγες καρέκλες και μία μικρή ροτόντα είναι τα μόνα έπιπλα που διαθέτει. Εκεί κάθονται συνήθως οι εθελόντριες για να ξεκουραστούν, να πιουν ένα καφεδάκι και να μιλήσουν, προσμένοντας τον επόμενο, που θα χτυπήσει την πόρτα του σπιτιού της Γαλήνης, ζητώντας μία μερίδα φαγητό.  Πρόκειται για ένα είδος «στρογγυλής τραπέζης», μιας και οι κυρίες κάθονται κυκλικά γύρω από το μικρό τραπεζάκι, με τη μόνη διαφορά, πως αν κάποιος δει αυτή την εικόνα, θα νιώσει μία ανεξήγητη γαλήνη.

«Είναι γύρω στις 30 γυναίκες που εργάζονται εδώ. Καθημερινά είναι ή 2 ή 3 στην όλη διαδικασία, γιατί, χρειάζεται να μετρούν τους ανθρώπους, χρειάζεται το σερβίρισμα , η παρασκευή του φαγητού, κλπ. Χωρίς αυτές δε θα μπορούσε να γίνει έργο!» , επισημαίνει ο πατέρας Ευστάθιος, ξεναγώντας μας στο χώρο.

Αφού μπαίνει στο γραφειάκι του, κάθεται σε μία απλή καρέκλα, ανακατεύει τα χαρτιά του και σκύβοντας προς τα εμπρός, μας  αναφέρει: «Κάποιος μπορεί να γραφτεί  στο συσσίτιο  της Εκκλησίας με βάση τη φορολογική του ενημερότητα, για να δούμε αν είναι Έλληνας, αν μένει μέσα στα όρια της ενορίας μας, τι οικογενειακή κατάσταση έχει κλπ. Οι εγγεγραμμένοι που παίρνουν φαγητό είναι γύρω στους 55, αλλά ο αριθμός αυτός ποτέ δεν είναι μόνιμος και αυξάνεται. Υπολογίζω ότι σήμερα σιτίζονται επί καθημερινής βάσεως 80 με 100 άτομα. Προσφέρονται όλα τα είδη φαγητών. Βέβαια , για να τηρήσουμε την εκκλησιαστική τάξη κατά την περίοδο της Μεγάλης τεσσαρακοστής ή των Χριστουγέννων. δεν παραθέτουμε κρέας.».

Στο μικρό δωματιάκι, οι εθελόντριες κάθονται γύρω από το τραπέζι και συζητούν πίνοντας καφέ. Η πόρτα χτυπά ξανά και οι κυρίες σηκώνονται. Η κυρία Ουρανία, εθελόντρια εδώ και επτά χρόνια θα ανοίξει την πόρτα και θα πάρει το ταπεράκι του σιτιζόμενου, για να βάλει μία μερίδα μπάμιες. Είναι Παρασκευή σήμερα και το μενού έχει λαδερό. Η κυρία Παναγιώτα, εθελόντρια εδώ και ενάμιση χρόνο, θα ελέγξει το όνομά του από τη λίστα, ενώ παράλληλα, η κυρία Μαρία, εθελόντρια εδώ και είκοσι χρόνια, θα κόψει λίγο ψωμί για τον επισκέπτη τους. Αφού του δώσουν το φαγητό του και τον χαιρετήσουν, οι τρεις γυναίκες, θα επιστρέψουν στο δωματιάκι τους.

«Το να προσφέρεις στο συνάνθρωπό σου είναι μία εσωτερική ανάγκη και ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή», αναφέρει η κυρία Ουρανία και θα συμπληρώσει αμέσως η κυρία Παναγιώτα:  «Παίρνω ενέργεια, όταν έρχομαι στο σπίτι της Γαλήνης. Το περιμένω με ανυπομονησία, να έρθω την Παρασκευή πρωί πρωί και να αρχίσω να προσφέρω με τον τρόπο μου στο συνάνθρωπό μου.  Αυτό μου δίνει γαλήνη.». Με τη σειρά της η κυρία Μαρία θα σχολιάσει: «Έγινα εθελόντρια, γιατί είμαι άνθρωπος της αγάπης και της προσφοράς. Χωρίς αυτό το έργο νιώθω κενή. Μου δίνει χαρά. Δεν αισθάνομαι ποτέ κούραση και είμαι 65 χρονών γυναίκα.».

Λίγο αργότερα, η κυρία Μαρία και η κυρία Παναγιώτα, θα κατευθυνθούν προς την τραπεζαρία, για να σκεπάσουν τις λεκάνες με τους φρεσκοβρασμένους γίγαντες, που πρέπει να έχουν κρυώσει. Σήμερα, κάνουν την προετοιμασία του φαγητού για την επόμενη ημέρα, οπότε έχουν να κάνουν παραπάνω δουλειά, σε σχέση με τις άλλες μέρες. «Έγινα εθελόντρια με παρότρυνση της κυρίας Ουρανίας, η οποία ήταν και καθηγήτρια των παιδιών μου στο γυμνάσιο. Βέβαια, τους έχω πει ότι είμαι «σφήνα», γιατί έχω και  το σύζυγο και τυχαίνει κάποιες φορές να πηγαίνουμε στο χωριό, όπου κατοικεί μόνιμα ο γιος μας. Η κυρία Ουρανία είναι  χήρα και μένει μόνη της, οπότε έχει παραπάνω χρόνο από εμένα.», θα μας εκμυστηρευτεί και η κύρια Παναγιώτα.

Η κυρία Μαρία, θα επιστρέψει στο δωματιάκι για να ξεκουραστεί και θα δει την κυρία Ουρανία να ετοιμάζεται να φύγει. Φορώντας το παλτό της, η κυρία Ουρανία σκέφτεται : «Όσοι παίρνουν καιρό φαγητό από εμάς έχουν εξοικειωθεί με το θέμα αυτό. Άλλοι που έρχονται εδώ για πρώτη φορά , έρχονται λιγάκι πιο.. θιγμένοι, πιο στεναχωρημένοι. Ιδιαίτερα όταν είναι Έλληνες. Δεν μας έχει εκμυστηρευτεί την ιστορία του κανένας από αυτούς που έρχονται να πάρουν φαγητό. Μας μιλούν όμως γενικά.». Τις σκέψεις τις θα διακόψει ένα χτύπημα στην πόρτα. Φαίνεται πως ακόμα ένας σιτιζόμενος βρίσκεται απ’ έξω. Οι δύο κυρίες, αμέσως, τρέχουν να εξυπηρετήσουν τον επόμενο επισκέπτη τους.

Η ώρα έχει περάσει. Σχεδόν όλοι οι εγγεγραμμένοι έχουν παραλάβει τη μερίδα φαγητού που τους αντιστοιχεί. Οι κυρίες τώρα , αρχίζουν να καθαρίζουν την κουζίνα και να πλένουν τα πιάτα, που θα χρησιμοποιηθούν ξανά με το φως της επόμενης ημέρας.

Κάπως έτσι, κυλούν οι μέρες στο σπιτάκι της Γαλήνης! Φεύγοντας από το σπιτάκι, δύο πράγματα μένουν στη μνήμη του κάθε επισκέπτη: μία αίσθηση γαλήνης και μία ξεχωριστή μυρωδιά. Δεν είναι η μυρωδιά του φαγητού, αλλά το άρωμα της αγάπης και της αλληλεγγύης, που μόνο η ανθρώπινη ψυχή μπορεί να προσφέρει απλόχερα και δίχως να ζητήσει ανταλλάγματα.

Σχόλια