Πρωταπριλιά. Η γιορτή του ψέματος. Η μέρα, όπου όλα τα ψέματα είναι αθώα και ο Πινόκιο απενοχοποείται. Για τα δικά μου μάτια η Πρωταπριλιά είναι μία μέρα κενή, όπου οι αναμνήσεις του παρελθόντος φέρνουν στο φως την πιο πικρή μου αλήθεια.
Κάποιες φορές μου αρέσει να του μιλάω και να τον κοιτάω στα μάτια χαμογελώντας, λέγοντάς του τις μεγαλύτερες χαρές μου. Άλλες φορές του λέω τα προβλήματά μου κλαίγοντας. Μα το μόνο που εκλαμβάνω είναι η σιωπή του. Αυτή η σιωπή, που με ένα χαμόγελο μου θυμίζει όλα όσα ζήσαμε μαζί.
Δε θυμάμαι τη φωνή του, παρά μόνο το χαμόγελο του και την αγάπη, που μου έδειξε έστω και για αυτά τα λίγα χρόνια. Το τι θυμάμαι είναι μια άλλη ιστορία.
Ο Μίμης πέταξε μακριά μου χωρίς να το καταλάβω. Για εσάς η Πρωταπριλιά μπορεί να είναι μια ημέρα γέλιου. Για εμένα όμως συμβολίζει το πένθος. Δεν πρόκειται για αστείο, όσο ειρωνικό και αν σας φαίνεται. Ο Μίμης έφυγε την Πρωταπριλιά και πήρε μαζί του και την παιδική μου αθωότητα. Τα γαλανοπράσινα μάτια του, απέκτησαν, το σκούρο μπλε χρώμα της θάλασσας. Ένα μπλε ηρεμίας, που μου αρέσει να κοιτάζω όταν επισκέπτομαι τον τόπο που μεγάλωσε.
19 χρόνια μετά θυμάμαι πολύ καθαρά το πώς έφυγε μακριά μου ένα ανοιξιάτικο μεσημέρι. Το πώς έκλεισαν τα μάτια του και με κοίταξαν ποτέ ξανά. Αυτό που μου έμαθε ο Μίμης είναι ότι η καλοσύνη και η αγάπη είναι ένα πολύ μεγάλο δώρο. Αρκεί μόνο να αφήσεις πίσω σου αυτό το υπέρογκο "εγώ", που ξεπροβάλλει με την πρώτη ευκαιρία.
Ο Μίμης έφυγε με τέτοιο τρόπο, που η παιδική αθωότητα και η άγνοια χάθηκαν, για να πάρει τη θέση τους αυτό το αέναο αίσθημα της απώλειας.
Θυμάμαι ακόμα και σήμερα τη μέρα εκείνη. Θυμάμαι το πώς μπήκε στο σπίτι. Καλοντυμένος ως συνήθως , φορούσε το γκρίζο κοστούμι του. Μόλις είχε γυρίσει από το γιατρό. Λίγα λεπτά αργότερα ο Μίμης ήταν αναίσθητος. Το σηκώσαμε και τον ξαπλώσαμε στον καναπέ, ενώ παράλληλα είχαν αποβληθεί από το σώμα του τα τεχνιτά του δόντια, Η μητέρα μου είχε ήδη καλέσει το ασθενοφόρο. Το ασθενοφόρο όμως άργησε πολύ να έρθει. Ο Μίμης είχε ήδη φύγει. Στην κηδεία του δεν με άφησαν να είμαι μαζί του μέχρι τέλους, αλλά με πήγαν νωρίτερα να τον φιλησω. Δεν ένιωθα τίποτα, παρά μόνο ένα κενό. Και μετά σιωπή.
Η μουσική σβήνει, μα η εικόνα που χαράχθηκε στο υποσυνείδητό μου παραμένει ζωντανή για να μου θυμίζει ότι κάποτε αυτός ο άνθρωπος υπήρξε στη ζωή μου, για να μου κρατά το χέρι ώστε να μιώθω ασφάλεια, ακόμα και όταν όλα γύρω μου καταρρέουν.
Αυτό το φιλμ των αναμνήσεων φτάνει στο τέλος του με την εικόνα ενός κοριτσιού να γελάει καθώς περπατά στο δρόμο, κρατώντας το χέρι του παππού του. Το βαλς των χαμένων ονείρων κλείνει με τις εικόνες του παρελθόντος να περνούν μπροστά από τα μάτια μου σαν παλιό σινεμά, για να αρχίσει να πλέκεται μία νέα ιστορία για το τώρα που έγινε χθες, αφήνοντας μία υπόσχεση για το αύριο
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας !