Η ανάγκη της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς, η φιλία, η ενηλικίωση, η αυτοθυσία, ο πόλεμος και η αντίσταση με φόντο την πραγματική ιστορία της απόκρυψης των αρχαιοτήτων του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου κατά τη διάρκεια της Γερμανοϊταλικής Κατοχής, αποτυπώνονται μέσα από τις σελίδες του νέου βιβλίου της Αγγελικής Δαρλάση "Όταν έφυγαν τ΄ αγάλματα", που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.
Κεντρική ηρωίδα του βιβλίου είναι η Αγγελίνα, ένα μικρό κορίτσι, που έχει βιώσει το κοινωνικό αποκλεισμό από τους συνομίληκούς της και όχι μόνο, λόγω της διαφορετικότητάς της ή μάλλον καλύτερα της μοναδικότητάς της. Γιατί η Αγγελίνα είναι μοναδική, όχι λόγω της αναπηρίας της, αλλά λόγω του δυναμισμού και της αποφασιστικότητάς της να αγωνιστεί - όπως οι γονείς της και άλλα άτομα από τον περίγυρό της- για να μην πέσουν τα αγάλματα στα χέρια των κατακτητών, με σύμμαχό της τον Τίκο, το μόνο σάρκινο φίλο της.
Οι αρχαιότητες του μουσείου βοηθούν το μικρό κορίτσι να ξεπεράσει κάθε είδους ρατσισμό και να αντιληφθεί ότι δεν υστερεί σε τίποτα από τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας της. Είναι οι μαρμάρινοι φίλοι της, που γκρεμίζουν όλα τα τείχη που υψώνουν η άγνοια και η σκληροκαρδία των ανθρώπων εναντίον των ατόμων με ειδικές ανάγκες.
Τα αγάλματα μιλούν στην Αγγελίνα -τουλάχιστον αυτό φαντάζεται εκείνη- και την καθοδηγούν σε δύσκολες στιγμές που βιώνει. Γι' αυτό όταν αρχίζει η απόκρυψη των αρχαιοτήτων του Μουσείου κατά την περίοδο της Κατοχής, η Αγγελίνα και ο Τίκο θα γίνουν μέρος αυτής της προσπάθειας με το δικό τους τρόπο, χωρίς να υπολογίσουν τον κίνδυνο.
Η Αγγελική Δαρλάση μεταφέρει τους αναγνώστες στην περίοδο της Κατοχής. Εκεί όπου ο πόλεμος και η αγωνία κυριαρχούν, η συγγραφέας αντιπαραθέτει σε αυτές τις σκοτεινές έννοιες, τις έννοιες της αντίστασης, της αυτοθυσίας, της αγάπης και της φιλίας μέσω της παιδικής αθωότητας της Αγγελίνας και του Τίκο. Οι μικροί μας ήρωες συνειδητοποιούν την πραγματικότητα του πολέμου και ενηλικιώνονται απότομα, μιας και ο πόλεμος τούς στερεί το δικαίωμα να μεγαλώσουν σε ένα ειρηνικό περιβάλλον. Όμως, το σκοτάδι του πολέμου δεν καταφέρνει να νικήσει αυτή την ανάγκη της ελευθερίας που επιθυμούν οι ήρωές μας, παρά τις απώλειες που θα κληθούν να αποδεχθούν στη συνέχεια.
Ένα σημαντικό σημείο στο βιβλίο της Αγγελικής Δαρλάση είναι το ότι αναφέρεται στην ανάγκη της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς και την αναζήτηση της ταυτότητας, κάτι που δε γίνεται κτήμα μας μέσω των σχολικών εγχειριδίων, αλλά με μία επίσκεψη σε ένα μουσείο στην προκειμένη περίπτωση, εκεί όπου η ιστορία του παρελθόντος γίνεται στα μάτια μας η ιστορία του παρόντος και του μέλλοντος. Και αυτό, γιατί οι ίδιες οι αρχαιότητες μας αφηγούνται την ιστορία τους. Μάλιστα, αναφέρει ο Σεφέρης στην Κίχλη και η Αγγελική Δαρλάση κάτω από την αφιέρωση του βιβλίου της "γιατί τ' αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια, είμαστε εμείς. Τ' αγάλματα λυγίζουν αλαφριά...".
Επίσης τ'αγάλματα μιλούν με την Αγγελίνα, αλλά και με όλους τους αναγνώστες που θα διαβάσουν το βιβλίο, μέσω των μικρών διαλόγων, που παρεμβάλλονται μέσα στην αφήγηση της ιστορίας. Σε αυτούς τους διαλόγους, δεν αναφέρεται το όνομα της Αγγελίνας, αλλά τ' αγάλματα απευθύνονται σε ένα κορίτσι, που ενδεχομένως να είναι ο καθρέφτης του οποιουδήποτε αναγνώστη.
Η Αγγελίνα, θα αντιληφθεί το τέλος του πολέμου, μόνο όταν τα αγάλματα επιστρέψουν πίσω στο μουσείο. Το μικρό κορίτσι, που μεγάλωσε απότομα ήδη από την αρχή της ιστορίας, έχει ορκιστεί ότι θα θυμάται. Και ίσως αυτό να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή ενός ανθρώπου. Στο προλογικό σημείωμα του βιβλίου, η Άλκη Ζέη γράφει "Τι όμορφο να τελειώνει ένα βιβλίο και να μας λέει πως πρέπει να ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ". Ας κρατήσουμε λοιπόν αυτή τη φράση με την υπόσχεση να θυμόμαστε όσο δύσκολο και να είναι μερικές φορές.
Όσον αφορά τη συγγραφέα του βιβλίου Αγγελική Δαρλάση, το μόνο σίγουρο είναι ότι πρέπει να συνεχίσει να γράφει και να μας χαρίζει τόσο όμορφες και τρυφερές ιστορίες, με την πραγματικότητα να ξεπηδά σαν παραμύθι μέσα από τις σελίδες των βιβλίων της.
Κεντρική ηρωίδα του βιβλίου είναι η Αγγελίνα, ένα μικρό κορίτσι, που έχει βιώσει το κοινωνικό αποκλεισμό από τους συνομίληκούς της και όχι μόνο, λόγω της διαφορετικότητάς της ή μάλλον καλύτερα της μοναδικότητάς της. Γιατί η Αγγελίνα είναι μοναδική, όχι λόγω της αναπηρίας της, αλλά λόγω του δυναμισμού και της αποφασιστικότητάς της να αγωνιστεί - όπως οι γονείς της και άλλα άτομα από τον περίγυρό της- για να μην πέσουν τα αγάλματα στα χέρια των κατακτητών, με σύμμαχό της τον Τίκο, το μόνο σάρκινο φίλο της.
Οι αρχαιότητες του μουσείου βοηθούν το μικρό κορίτσι να ξεπεράσει κάθε είδους ρατσισμό και να αντιληφθεί ότι δεν υστερεί σε τίποτα από τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας της. Είναι οι μαρμάρινοι φίλοι της, που γκρεμίζουν όλα τα τείχη που υψώνουν η άγνοια και η σκληροκαρδία των ανθρώπων εναντίον των ατόμων με ειδικές ανάγκες.
Τα αγάλματα μιλούν στην Αγγελίνα -τουλάχιστον αυτό φαντάζεται εκείνη- και την καθοδηγούν σε δύσκολες στιγμές που βιώνει. Γι' αυτό όταν αρχίζει η απόκρυψη των αρχαιοτήτων του Μουσείου κατά την περίοδο της Κατοχής, η Αγγελίνα και ο Τίκο θα γίνουν μέρος αυτής της προσπάθειας με το δικό τους τρόπο, χωρίς να υπολογίσουν τον κίνδυνο.
Η Αγγελική Δαρλάση μεταφέρει τους αναγνώστες στην περίοδο της Κατοχής. Εκεί όπου ο πόλεμος και η αγωνία κυριαρχούν, η συγγραφέας αντιπαραθέτει σε αυτές τις σκοτεινές έννοιες, τις έννοιες της αντίστασης, της αυτοθυσίας, της αγάπης και της φιλίας μέσω της παιδικής αθωότητας της Αγγελίνας και του Τίκο. Οι μικροί μας ήρωες συνειδητοποιούν την πραγματικότητα του πολέμου και ενηλικιώνονται απότομα, μιας και ο πόλεμος τούς στερεί το δικαίωμα να μεγαλώσουν σε ένα ειρηνικό περιβάλλον. Όμως, το σκοτάδι του πολέμου δεν καταφέρνει να νικήσει αυτή την ανάγκη της ελευθερίας που επιθυμούν οι ήρωές μας, παρά τις απώλειες που θα κληθούν να αποδεχθούν στη συνέχεια.
Ένα σημαντικό σημείο στο βιβλίο της Αγγελικής Δαρλάση είναι το ότι αναφέρεται στην ανάγκη της διατήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς και την αναζήτηση της ταυτότητας, κάτι που δε γίνεται κτήμα μας μέσω των σχολικών εγχειριδίων, αλλά με μία επίσκεψη σε ένα μουσείο στην προκειμένη περίπτωση, εκεί όπου η ιστορία του παρελθόντος γίνεται στα μάτια μας η ιστορία του παρόντος και του μέλλοντος. Και αυτό, γιατί οι ίδιες οι αρχαιότητες μας αφηγούνται την ιστορία τους. Μάλιστα, αναφέρει ο Σεφέρης στην Κίχλη και η Αγγελική Δαρλάση κάτω από την αφιέρωση του βιβλίου της "γιατί τ' αγάλματα δεν είναι πια συντρίμμια, είμαστε εμείς. Τ' αγάλματα λυγίζουν αλαφριά...".
Επίσης τ'αγάλματα μιλούν με την Αγγελίνα, αλλά και με όλους τους αναγνώστες που θα διαβάσουν το βιβλίο, μέσω των μικρών διαλόγων, που παρεμβάλλονται μέσα στην αφήγηση της ιστορίας. Σε αυτούς τους διαλόγους, δεν αναφέρεται το όνομα της Αγγελίνας, αλλά τ' αγάλματα απευθύνονται σε ένα κορίτσι, που ενδεχομένως να είναι ο καθρέφτης του οποιουδήποτε αναγνώστη.
Η Αγγελίνα, θα αντιληφθεί το τέλος του πολέμου, μόνο όταν τα αγάλματα επιστρέψουν πίσω στο μουσείο. Το μικρό κορίτσι, που μεγάλωσε απότομα ήδη από την αρχή της ιστορίας, έχει ορκιστεί ότι θα θυμάται. Και ίσως αυτό να είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή ενός ανθρώπου. Στο προλογικό σημείωμα του βιβλίου, η Άλκη Ζέη γράφει "Τι όμορφο να τελειώνει ένα βιβλίο και να μας λέει πως πρέπει να ΘΥΜΟΜΑΣΤΕ". Ας κρατήσουμε λοιπόν αυτή τη φράση με την υπόσχεση να θυμόμαστε όσο δύσκολο και να είναι μερικές φορές.
Όσον αφορά τη συγγραφέα του βιβλίου Αγγελική Δαρλάση, το μόνο σίγουρο είναι ότι πρέπει να συνεχίσει να γράφει και να μας χαρίζει τόσο όμορφες και τρυφερές ιστορίες, με την πραγματικότητα να ξεπηδά σαν παραμύθι μέσα από τις σελίδες των βιβλίων της.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας !