Μαριαλένα Σπυροπούλου: Συζητώντας για τη Ρου

 Η Ρου, ένα έφηβο κορίτσι, πριν τελειώσει η σχολική χρονιά αναγκάζεται να μετακομίσει εκτάκτως στην Αθήνα, όπου μέσα από τις συγκυρίες θα ενηλικιωθεί. Στη «Ρου» στο πρώτο της βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Μεταίχμιο, η Μαριαλένα Σπυροπούλου μας αφηγείται με ζωντανό τρόπο, την ιστορία της κάθε Ρου που αναζητά την ταυτότητά της, ανεξαρτήτως ηλικίας. Η Μαριαλένα Σπυροπούλου, μιλά στο artinews για τη Ρου και για αυτό το ταξίδι της αναζήτησης, που μας οδηγεί στο να καταλάβουμε όχι μόνο το ποιοι είμαστε, αλλά και το γιατί.

 -Τι σας ενέπνευσε να γράψετε τη «Ρου»;
Μ.Σ.: Η αρχική ιδέα κυοφορείται πολλά χρόνια στο κεφάλι μου, υπό τη μορφή διηγήματος και με τίτλο «Η τρίχα». Είχα παρατηρήσει τη δύναμη που έχουν οι τρίχες, που ενώ είναι κάτι ασήμαντο για τον άνθρωπο, εντούτοις μπορούν να καθορίσουν κάποιον είτε λόγω της εμφάνισης, για παράδειγμα, να μην έχει μαλλιά μια γυναίκα, είτε λόγω αυτού του πολύ ιδιαίτερου και σχεδόν ανατριχιαστικού φαινομένου, να μπαίνουν οι τρίχες στο σώμα μιας κομμώτριας για παράδειγμα, όπως στα πόδια της και να της εμποδίσουν τη βάδιση. Έπειτα καθώς περνούσαν τα χρόνια, μάλλον αισθάνθηκα έτοιμη να μιλήσω για τη δύσκολη μετάβαση του κοριτσιού που γίνεται γυναίκα. Και αυτό δεν έχει να κάνει καθόλου με τραυματικά γεγονότα. Το τραύμα είναι ήδη μεγάλο στη μετάβαση, μέσα στο σώμα.
 -Πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί στην εφηβεία να δώσει απαντήσεις στα γιατί των ενηλίκων, αλλά και στα δικά του;
Μ.Σ.: Καταρχάς ο έφηβος δεν είναι παιδί. Υπάρχει ξεχωριστή αναπτυξιακή κατηγορία στην οποία εντάσσεται και αυτό δεν είναι τυχαίο. Έπειτα, εξαρτάται από τον έφηβο, τι νοητικό δυναμικό έχει, τι ενσυναίσθηση διαθέτει, από ποια οικογένεια προέρχεται συνειδητά αλλά και ασυνείδητα. Νομίζω ότι υποτιμούμε τους εφήβους, όπως υποτιμούμε και τα παιδιά, για να μην πω και τα βρέφη ακόμα. Οι άνθρωποι διαισθανόμαστε ποιοι είμαστε ακόμα και όταν είμαστε μικροί, πολλές φορές όμως μας παραπλανεί το περιβάλλον ή μας στέλνει λάθος μηνύματα. Ενδεχομένως να μην μπορούμε να απαντήσουμε όλα τα γιατί, χρειάζεται εμπειρία για μερικές καταστάσεις, αλλά βαθιά μέσα μας, αν μας έχει επιτραπεί από την οικογένειά μας να είμαστε λίγο ο αυθεντικός εαυτός μας, κάτι νιώθουμε και κάτι ξέρουμε. Συνήθως αυτό είναι σωστό και λέγεται ένστικτο. Δεν παύει να χρειάζεται να τολμήσουμε μεγαλώνοντας να το καλλιεργήσουμε, να το εμπιστευτούμε, να το οξύνουμε.
 -Η απελευθέρωση από αυτά τα γιατί και τα πρέπει, με ποιο τρόπο επιτυγχάνεται από την ηρωίδα;
Μ.Σ.: Κάθε άνθρωπος κάποια στιγμή βρίσκει μιαν «πατρίδα», ένα αίσθημα ανήκειν. Τι το κάνει μετά είναι μεγάλη συζήτηση. Η ηρωίδα ακολούθησε τον σωματικό εαυτό της, αυτόν που πληγώθηκε ανεπανόρθωτα. Άντεξε να μη νιώσει μιαρή, να μην ενοχοποιηθεί στα βάθη της ύπαρξής της. Άντεξε να δει το σώμα της να μεγαλώνει, να επιθυμεί, να συνδέεται και να χορεύει. Είχε μια καλή ισορροπία σώματος και ψυχισμού και αυτό πάντα είναι απελευθερωτικό.
 -Η νουβέλα σας θυμίζει μια σειρά συνεδριών σε ψυχολόγο. Ένας ψυχολόγος πώς καταφέρνει να αποστασιοποιηθεί από τα «προβλήματα» των ασθενών του;
Μ.Σ.: Δεν νομίζω ότι η νουβέλα θυμίζει σειρά συνεδριών. Αν έχετε δει σημειώσεις συνεδριών, θα καταλάβετε ότι είναι μια πολύ στατική, βαρετή και συμπυκνωμένη αφήγηση. Θα έλεγα ότι ίσως θυμίζει τα μπρος πίσω του μυαλού ή και του ασυνειδήτου όταν γίνεται συνειδητό. Θα μπορούσε να είναι και μια εξομολόγηση ή μια συζήτηση μεταξύ έμπειρων φίλων ή και μια ομολογία εσωτερική. Η λογοτεχνία σου δίνει την ελευθερία να κινηθείς με όποιον τρόπο επιθυμείς για να φτιάξεις το πλαίσιο που θα ενταχθεί η ιστορία σου. Εγώ ήθελα κάτι πολύ ζωντανό όπως ζωντανή είναι η ηρωίδα και το δηλώνει και με το όνομά της ακόμα. Η επιστήμη είναι κάτι διαφορετικό. Ένας ψυχαναλυτής -γιατί έχει τεράστια διαφορά από τον ψυχολόγο- κατορθώνει να είναι παρών, αλλά όχι ένα με τον θεραπευόμενό του, μόνο με τη βοήθεια της εκπαίδευσης και της δικής του ανάλυσης.
 -Η Ρου είναι θύμα ενδοοικογενειακής βίας. Πόσο επίπονο είναι για έναν άνθρωπο να μιλήσει ανοιχτά για τα βιώματά του με βάση την εμπειρία σας;
Μ.Σ.: Η «Ρου» είναι μια παραβολή. Δεν με ενδιαφέρει η ενδοοικογενειακή βία. Τουλάχιστον όχι σε αυτήν τη νουβέλα. Ήθελα να τοποθετήσω κάπως ακραία τη συνθήκη του διωγμού της, γιατί έτσι και αλλιώς το κορίτσι που γίνεται γυναίκα διώχνεται από την Εδέμ, πολλώ δε μάλλον όταν συνειδητοποιεί ότι η Εδέμ δεν υπάρχει, οι κήποι της έχουν διαβρωθεί και το φίδι δεν είναι ο μοναδικός κίνδυνος. Θα ήθελα να μείνω στη χώρα της λογοτεχνίας και εκεί τα βιώματα των ηρώων έχουν και πόνο και αλήθεια και ενδεχομένως συμφιλίωση ή και κάθαρση. Η πραγματική ζωή έχει άλλες δυσκολίες.
-Τα άτομα σαν τη Ρου, που έχουν βιώσει τη βία, πώς μπορούν να την αντιμετωπίσουν;
Μ.Σ.: Η Ρου είναι μία από εμάς. Ας αναζητήσουμε μέσα μας τη δύναμη που έχουμε. Γιατί σίγουρα όλοι έχουμε κάποια δύναμη.
 -Η Ρου και η κάθε Ρου μπορεί να συγχωρέσει;
Μ.Σ.: Εσείς έχετε συγχωρήσει; Για να υπερβούμε τον εαυτό μας και να μετατεθούμε σε ένα ανώτερο επίπεδο ωρίμανσης, οφείλουμε εκ βάθρων να συγχωρούμε και τον εαυτό μας και τους άλλους.
 -Η Βέρα, η ψυχολόγος με την οποία συνομιλεί η Ρου, καταφέρνει να γιατρέψει τις πληγές της. Ο διάλογος, με ποιον τρόπο βοήθησε τη Βέρα, τη Ρου, αλλά και κάθε άνθρωπο που «πενθεί»;
Μ.Σ.: Εν αρχή ην ο λόγος. Με λόγια τρεφόμαστε, με λόγια αγαπιόμαστε, με λόγια παρηγορούμαστε. Ο λόγος είναι η δύναμη του λογικού μας. Οι εσωτερικές μετακινήσεις γίνονται με λόγο, αλλά και με τη βοήθεια άλλων αισθήσεων, όπως είναι η αφή, η όραση, η όσφρηση. Απλώς ο λόγος όταν δεν είναι του αέρα, να μιλάμε για να μιλάμε δηλαδή, έχει μεστότητα, πυκνότητα, σώμα, μεταφέρει ένα ολόκληρο σύμπαν και δημιουργεί εντός μας αντιστοίχως ένα σύμπαν.
 -Μέσα από τη νουβέλα σας, ο αναγνώστης «παρακολουθεί» τη σταδιακή ενηλικίωση της Ρου και την αναζήτηση των επιθυμιών της για το μέλλον. Η ανακάλυψη της «ταυτότητάς» της κατά ποιον τρόπο την καθορίζει και πόσο επώδυνη είναι για εκείνη αλλά και για κάθε έφηβο;
Μ.Σ.: Για μένα δεν υπάρχει ζωή χωρίς ανακάλυψη της ταυτότητας, χωρίς αναζήτηση των επιθυμιών, χωρίς κατάκτηση του υποκειμενικού τρόπου να ζει κάποιος. Αυτό δεν αφορά τους εφήβους, θα έπρεπε να αφορά όλους τους ανθρώπους, αενάως και διαχρονικώς. Φυσικά αυτό έχει σκέψη, πόνο, κόπο και εμπεριέχει ρήξεις. Αλλά ποιος μας είπε ότι η ζωή είναι εύκολη;
 -Κλείνοντας τη συζήτησή μας, ποια είναι τα άμεσα σχέδιά σας;
Μ.Σ.: Όταν κάνουμε σχέδια, ο Θεός γελάει. Θέλω να γράψω, έχω ιδέες στο μυαλό μου και μεγάλη επιθυμία να τις δω να υλοποιούνται. Παράλληλα όμως λύνω και μια συνεχή εξίσωση που αφορά το πρόσωπό μου, να είμαι την ίδια στιγμή ένας άνθρωπος με πολλές ιδιότητες.

Σχόλια