Επέτειος…μνήμης


Πηγή: Αρχείο κ. Νίκου Σάμιου

Τρία χρόνια χωρίς το συγγραφέα Γιάννη Κουβά
 Αν έχετε μεγαλώσει στην Καισαριανή είναι σίγουρο ότι κάπου, κάποτε, θα είχατε συναντήσει το συγγραφέα και εκπαιδευτικό Γιάννη Κουβά,  που αγωνίστηκε για να διαδώσει και να διασώσει τις μνήμες από την ιστορία που έζησε.         
       Κάποιοι από τους παλαιότερους είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν ως καθηγητή φυσικής αγωγής, ως προπονητή στη Νήαρ Ηστ και τον Εθνικό Αστέρα ή ως διευθυντή του Δημόσιου Παιδικού Γυμναστηρίου της Καισαριανής. Κάποιοι άλλοι από τις νεότερες γενιές, θυμούνται τον παππού που πήγαινε κάθε τόσο στο χώρο του Σκοπευτηρίου για να τους μιλήσει για την ιστορία και την Εθνική Αντίσταση. Ωστόσο, ανεξαρτήτως ιδιότητας, ο Γιάννης Κουβάς έχει μείνει στην ιστορία μέσω της κληρονομιάς που άφησε πίσω του. Μέσω του έργου του και των βιβλίων του, που κρατούν δεσπόζουσα θέση στις βιβλιοθήκες μας. 

       Ήμουν περίπου πέντε ετών όταν συνάντησα πρώτη φορά το Γιάννη Κουβά, το συγγραφέα, τον εκπαιδευτικό, το δημοσιογράφο, τον άνθρωπο που αγωνίστηκε μαζί με άλλους για ένα καλύτερο αύριο. Από εκείνη τη στιγμή της παιδικής μου ηλικίας, άρχισα να τον θαυμάζω και να τον εκτιμώ, όχι μόνο για το μικρό αλλά ιδιαίτερα σημαντικό λιθαράκι που μας προσέφερε, αλλά και γιατί είναι ο άνθρωπος που με έκανε να πιστέψω στο μεγαλείο και τη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής, μέσα σε ένα κόσμο που με τα δεδομένα που τον πλαισιώνουν, άρχισε σταδιακά να καταρρέει. Από τότε πέρασαν περίπου 22 χρόνια. Τελευταία φορά συναντηθήκαμε  πριν από 7 χρόνια, στο σπίτι του στην Καισαριανή, όπου συζητήσαμε για όλες αυτές τις μνήμες, που θέλησε να μείνουν ζωντανές. Στις 7 Ιουλίου 2017 συμπληρώνονται τρία χρόνια από το φευγιό του συγγραφέα, που μπορεί να μην ήταν τόσο φημισμένος όσο άλλοι, αλλά το έργο που μας κληροδότησε είναι ανεκτίμητης αξίας.
       Ο Γιάννης Κουβάς γεννήθηκε το 1925 στην Καισαριανή από πρόσφυγες Μικρασιάτες γονείς. Ξεκίνησε να γράφει από μικρή ηλικία, ενώ για όλη του τη ζωή, η Καισαριανή και τα βιώματά του ήταν για αυτόν μία αστείρευτη πηγή έμπνευσης. «Από παιδί είχα τάση να γράφω ποιήματα και διάφορα σε εφημερίδες και περιοδικά… Πρώτα από όλα πηγή έμπνευσής μου είναι η Καισαριανή και μετά οτιδήποτε άλλο βρισκόταν γύρω μου», έλεγε. Έχει γράψει πάνω από είκοσι βιβλία, αλλά ειδικά ένα το ξεχώριζε ιδιαίτερα. «Το πρώτο το οποίο έχει εξαντληθεί είναι ‘’Το Διάβα της Καισαριανής’’(σ.σ. Εκδ. Εντός,1996) , η ιστορία της Καισαριανής δηλαδή. Γράφω την ιστορία της από γεννησιμιού της που λέμε μέχρι που έγινε μεγαλούπολη. Τους κατοίκους, την ιστορία, ο ερχομός των προσφύγων, οι δουλειές τους, πώς ήταν η Καισαριανή τότε, πώς είναι τώρα…Και ένα παρεμφερές βιβλίο είναι « Τα πρωτινά και τα τωρινά», τα ήθη και τα έθιμα τότε και τώρα…».
       Συγγραφέας, εκπαιδευτικός. Ποια από τις δύο ιδιότητές του υπερίσχυε; «Είναι αλληλένδετα. Ένα κομμάτι της ζωής μου αφιέρωνα για τη συγγραφική δράση, αλλά και στην εκπαίδευση νομίζω ότι προσέφερα , προσέφερα αρκετά…». Εξίσου σημαντική ήταν κι η αγάπη του για τη νεολαία. «Τη νεολαία πάντα την αγαπούσα, τα παιδιά πάντα τα αγαπούσα, για αυτό και στο Αναμορφωτήριο υπηρέτησα επτά χρόνια ως εθελοντής. Να σκεφτείς ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Παιδείας ήταν μαθητής μου και μου πρότεινε να με κάνει καθηγητή του Πανεπιστημίου. Δε δέχτηκα. Δε δέχτηκα γιατί θα έχανα την επαφή μου με τα παιδιά κι έφυγα σαν διευθυντής του Γυμναστηρίου της Νήαρ Ηστ. Τα  παιδιά ποτέ δε φταίνε, άλλοι φταίνε. Οι ιστορίες του αναμορφωτηρίου που είναι μία κοινωνία, αντιπροσωπεύουν την πατρίδα μου…Παιδιά, αμαρτίες γονέων. Τα παιδιά είναι όμως και αυτά που κρατάνε… Τα παιδιά πρέπει να κοιτάνε μπροστά και να αγωνίζονται για ένα καλύτερο αύριο.»
Όσον αφορά το πεδίο της προσφοράς του, δε θα μπορούσαμε να παραλείψουμε τη συμμετοχή της οικογένειάς του στον αγώνα για την Εθνική Αντίσταση την περίοδο της Κατοχής. «Εδώ μπορούμε να συζητάμε και να λέμε ώρες ολόκληρες. Ήμαστε οικογενειακώς στον αγώνα . Ο πατέρας μου ήταν καπετάνιος. Εγώ ήμουν στην ΕΠΟΝ. Οι αδερφές μου ήταν στην ΕΠΟΝ. Παλέψαμε…αγωνιστήκαμε…σε όλες τις διαδηλώσεις αλλά…την πληρώσαμε. Εξορίες, φυλακές…Η πρώτη μου εξορία ήταν η Ελ Ντάμπα στην Αφρική(σ.σ.Δεκέμ.1944). Οι μεγάλοι μας σύμμαχοι, οι λεγόμενοι σύμμαχοι και φίλοι, οι Εγγλέζοι, μας πιάσανε και μας πήγανε στην Αφρική, έπειτα Μακρόνησος και στην απομόνωση τέσσερις μήνες στα κρατητήρια  του Χαϊδαρίου…».
Φωτογραφία από εκδήλωση μνήμης στις αρχές του 1990 για τη μάχη της 16ης Ιουνίου 1944 στο Μοναστήρι της Καισαριανής- Πηγή: Π.Ε.Α.Ε.Α.-ΔΣΕ Παράρτημα Καισαριανής
       Η μνήμη, όπου και να την αγγίξεις πονεί, έλεγε ο Σεφέρης. Εκείνη η μνήμη, που πόνεσε περισσότερο το συγγραφέα, είναι η παραμονή του στο Κτήριο 15 του Χαϊδαρίου, για το οποίο έγραψε και το ομώνυμο βιβλίο (Εκδ.Εντός 1992). «Στο κτήριο 15 στην κατοχή έβαζαν τους μελλοθάνατους και σε αυτή την περίοδο το χρησιμοποίησαν ως πειθαρχείο…ως πειθαρχείο πολιτικό, απομόνωση. Στα κελιά, δηλαδή που ήταν οι μελλοθάνατοι, ήμαστε και εμείς. Εκείνο με πόνεσε πολύ. Να με έβαζαν πουθενά οπουδήποτε αλλού ναι, αλλά εκεί που ήταν οι μελλοθάνατοι…».
      «Ο κάθε συγγραφέας γράφει για να διαδίδει μνήμες, για να διαβάζουν οι νέοι και να μαθαίνουν τι συνέβαινε παλιότερα», ανέφερε ο Γιάννης Κουβάς. Η μνήμη, άλλοτε μας προδίδει κι άλλοτε μας αφυπνίζει με τις επετείους της. Τρία χρόνια μετά ο κυρ Γιάννης είναι ακόμα εδώ και μας παρακινεί να θυμόμαστε...

***Το παραπάνω κείμενο δόθηκε αφιλοκερδώς στην εφημερίδα "Επικοινωνία  Βύρωνα - Καισαριανής" και δημοσιεύτηκε στο φύλλο 31 του Ιουνίου του 2017 για να τιμηθεί η μνήμη του αείμνηστου Γιάννη Κουβά
***Ευχαριστώ πολύ τον κ. Νίκο Σάμιο, τον κ. Κ.Γαβριλάκη από την Π.Ε.Α.Ε.Α-ΔΣΕ Παράρτημα Καισαριανής και τον κ. Θεμιστοκλή και την κα. Μαρία Φασούλα, για τη συμβολή τους στο αφιέρωμα, δίνοντάς μου το αντίστοιχο φωτογραφικό υλικό.


Σχόλια