Σταμάτης Κραουνάκης: «Το "Duende" ξανατοποθετεί την απαίτηση για να είναι η τέχνη μας χρειαζούμενη στην κοινωνία»
Τον Οκτώβριο του 1934, στο πλαίσιο της περιοδείας του στη Λατινική
Αμερική, σε μία από τις διαλέξεις του, ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα μιλά για το «duende», έναν όρο που δε μεταφράζεται, μία δύναμη κι όχι μια
λειτουργία, μια πάλη κι όχι μια
αφηρημένη έννοια, μία στιγμή δημιουργίας.
Για να επέλθει το duende, βασική προϋπόθεση είναι η ριζική αλλαγή όλων των μορφών
που στηρίζονται σε παλιές βάσεις.
Το χειμώνα που μας πέρασε, το
εμβληματικό κείμενο του Λόρκα, που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του, ανέβηκε με
μεγάλη επιτυχία στο Θέατρο Τέχνης, πλαισιωμένο από δέκα μελοποιημένα ποιήματά
του από το libro de poemas. «Πνευματικός αυτουργός» αυτής της μουσικής τελετουργίας
είναι ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο οποίος μελοποίησε το Λόρκα, έχοντας ως
συνοδοιπόρους του τους Χρήστο Γεροντίδη, Κώστα Μπουγιώτη στην ερμηνεία και δύο
εξαιρετικούς μουσικούς: τον Βασίλη
Ντρουμπογιάννη στο πιάνο και τον Γιώργο Ταμιωλάκη στο τσέλλο. Τη μετάφραση του κειμένου έχει επιμεληθεί η Ολυμπία
Καράγιωργα και των ποιημάτων ο εκλιπών Ανδρέας Αγγελάκης.
Αφορμή για τη συζήτησή μας
στάθηκε ο νέος κύκλος παραστάσεων του “Duende” στο Θέατρο Τέχνης,
που θα διαρκέσει έως τις 30 Μαΐου 2018. Με το Σταμάτη Κραουνάκη, συναντηθήκαμε
πριν από λίγες μέρες στο Boo Café Bar και
συζητήσαμε για το Duende, το Λόρκα, το νέο αυτό κύκλο
παραστάσεων και τα επόμενα σχέδιά του.
Συνέντευξη του
συνθέτη Σταμάτη Κραουνάκη στη Ράνια Παπαδοπούλου
-Τι είναι για εσάς το
duende;
Σ.Κ.: Η ανώνυμη,
απρόσκλητη φλόγα που σε καταλαμβάνει την ώρα της δημιουργίας ή την ώρα της
παράστασης. Μου έχει συμβεί και στις δύο περιπτώσεις, δηλαδή και την ώρα που
γίνεται ή φτιάχνεται κάτι αλλά και την ώρα που είμαι στη σκηνή. Μπορώ να σου πω
ένα περιστατικό τέτοιο, που μου συνέβη το δεύτερο βράδυ της Επιδαύρου στους
«Αχαρνείς». Την ώρα που ξεκίνησα το μονόλογο και είπα τα πρώτα λόγια «Είμαστε
όλοι εδώ…», ένιωσα ότι άνοιξε όλο το πηνίο του πίσω μέρους του κεφαλιού και όλο
το ηλιακό πλέγμα και άρχισα να ακούω ήχους του τότε, του 426. Άκουγα βόδια,
αγορά, κόσμο… Αυτό με πήγε όση ώρα κράτησε ο μονόλογος με μία όχι ακριβώς
ένταση, αλλά είχα μία απόλυτα, μαθηματικά ελεγχόμενη ανάβαση, η οποία ξεσήκωσε.
Περίπου πήγε ατάκα και χειροκρότημα. Αυτό όσο κι αν προσπάθησα να το ξαναβιώσω
στο υπόλοιπο των παραστάσεων δε στάθηκε δυνατό. Ήταν λοιπόν η στιγμή και
μάλλον, αυτή η επίσκεψη του duende - ο Λόρκα το αναλύει πάρα πολύ ωραία και ποιητικά, αλλά και
ουσιαστικά, μπορώ να πω σχεδόν επιστημονικά – είναι ανεξέλεγκτη. Δεν ξέρεις
πότε θα ‘ρθει. Το θέμα είναι αν εσύ είσαι «έτοιμο δοχείο», «έτοιμο χωράφι» για
να έρθει να σε καταλάβει ο δαίμονας.
-Υπάρχει κάποια
συγκεκριμένη στιγμή για ένα καλλιτέχνη, που μπορεί να είναι αυτό το «χωράφι»
ούτως ώστε να τον καταλάβει ο δαίμονας που αναφέρετε;
Σ.Κ.: Κανονικά
πρέπει να είσαι ανοιχτός συνέχεια. Να είναι ασκημένο όλο σου το σύστημα για να
το δέχεται, όταν σε επισκέπτεται αυτή η δύναμη, η οποία, τι είναι; Δικιά σου.
Δεν είναι ξένη ή κάτι που έρχεται απ’ έξω.
Λέει μέσα στο κείμενό του «Ο άγγελος έρχεται απ’ έξω» να σε φωτίσει ξέρω
εγώ, το Άγιο Πνεύμα, αν και χαρακτηρίζει το duende Άγιο Πνεύμα ή το Πνεύμα της
Γης, όπως το λέει πολύ καλά ή όπως το λέει σε ένα άλλο εξαιρετικό σημείο, ότι
ένας κιθαρίστας γέρος είπε ότι το duende δε βγαίνει από το λαρύγγι. Έρχεται από
τις γυμνές πατούσες των ποδιών και ανεβαίνει. Τι είναι στην πραγματικότητα; Η
σωματική συμμετοχή και θα έλεγα η ένδον, ο Θεός μας. Ας πούμε. Μία κουβέντα που
έκανα με το φίλο μου το Λέανδρο Πολενάκη, ο οποίος είναι ισπανολόγος εκτός από
κριτικός και συγγραφέας, και μου είπε ότι η πιθανότερη ετυμολογική λύση για τη
λέξη είναι «θεός ερχόμενος».
-Η τέχνη λοιπόν και η
ουσία της είναι ένας ερχόμενος θεός;
Σ.Κ.: Όχι, γιατί
βλέπετε ότι πια η χρήση των τεχνών όπως έχουν γίνει έχει απλοποιηθεί τόσο ώστε
να μην αφήνει και πάρα πολύ χώρο να μπει μέσα αυτή η γραμματική. Όλοι
προσπαθούν να πάνε με ένα μπούσουλα δεδομένο. Εδώ μας λέει ότι αν θέλεις αυτό να έρθει, πρέπει να ξεχάσεις τα
δεδομένα.
-Ωστόσο, πόσο εύκολο είναι για κάποιον να ξεχάσει τα
δεδομένα;
Σ.Κ.: Δεν είναι. Για αυτό δεν είναι και εύκολο να
πει κανείς ότι οδεύει σε αυτό τον διονυσιασμό.
-Όσον αφορά την
παράσταση, ποιο ήταν το έναυσμα ούτως ώστε να ανεβάσετε Λόρκα;
Σ.Κ.: Το ίδιο το
κείμενο, το οποίο είναι κείμενο μανιφέστο. Αυτό μου έδωσε τη δυνατότητα μαζί με
τα δέκα τραγούδια που έβαλα από διάφορα βιβλία του να δώσω μία γενική εικόνα
αυτού του ποιητή σχεδόν συνοπτική. Δηλαδή, μας ξύνει το ενδιαφέρον να τον
ψάξουμε κι άλλο μετά την παράσταση.
-Φέτος συμπληρώνονται
εκατόν είκοσι χρόνια από τη γέννηση του Λόρκα, ο οποίος συνεχίζει να είναι
διαχρονικός, αλλά και επίκαιρος.
Σ.Κ.: Ο Λόρκα
είναι απολύτως λαϊκός. Και κυρίως η ποίησή του. Από τα θεατρικά του κάποια
μπορεί να είναι «οικογενειακής νομοθεσίας» για να το πω έτσι, παρόλο που όλα
έχουν αναγωγή στην ευρύτερη γη. Ειδικά τα δράματά του και οι κωμωδίες του,
έχουν να κάνουν και με την αρχαία γραμματεία μας. Είναι σαφές ότι ήξερε πολύ
καλά την ελληνική βάση, αλλά το βασικότερο από όλα είναι αυτό: είναι λαϊκός.
-Εσείς ποια στοιχεία
ξεχωρίζετε από το έργο του Λόρκα;
Σ.Κ.: Αγαπώ το
Λόρκα από πολύ παιδί. Πολλά από αυτά τα τραγούδια που έχω στην παράσταση τα
πρωτοάγγιξα 22 ετών. Τον έχω πολύ καιρό στην παρέα μου. Τώρα όμως είναι μία
πολύ καίρια στιγμή να ακουστεί αυτό το κείμενο, γιατί το «Duende» ξανατοποθετεί την απαίτηση για
να είναι η τέχνη μας χρειαζούμενη στην κοινωνία.
-Θεωρείτε ότι η
κοινωνία έχει απαξιώσει την τέχνη;
Σ.Κ.: Όχι. Απλώς,
με την πληθώρα πληροφοριών, την τηλεόραση και το γεγονός ότι έχουμε από παντού
πολλές performances, βλέπουμε συνεχώς μία άλλη προσέγγιση και
έχουμε χάσει το κανονικό. Έχουμε φτάσει στο σημείο να βλέπουμε συνέχεια
διασκευές έργων, κλασικών κειμένων κλπ. Κάποιος ας μας δείξει και το κανονικό.
-Οι διασκευές κατά
κάποιο τρόπο αλλοιώνουν ένα κείμενο;
Σ.Κ.: Βέβαια.
Μπορεί όμως μία διασκευή να είναι εξαιρετική. Αλλά, αν θες να διορθώσεις ένα
συγγραφέα, γράψε ένα έργο. Δε διορθώνεις έτσι τους συγγραφείς. Εγώ είμαι
τελείως κάθετος. Οι μεγάλοι όταν έκαναν ερμηνείες των κλασικών έργων, ο Κένεθ
Μπράνα ας πούμε στον «Άμλετ», δεν έκοψαν λέξη. Έκαναν τέσσερις ώρες παράσταση.
Όλοι τώρα θέλουν να το διορθώσουν και να το μεταφέρουν στα μέτρα ενός κοινού.
Ποιανού κοινού; Δεν πειράζει. Ας το δούμε όλο το έργο, να δούμε τι λέει ο
κερατάς.
-Η Ελλάδα χρειάζεται στην
τέχνη τον ερχομό ενός duende;
Σ.Κ.: Βέβαια. Μα
αυτό που λέει ο Λόρκα είναι κάτι εκπληκτικό. Λέει ότι για να έρθει το duende
χρειάζεται ούτε λίγο ούτε πολύ τη ριζική αλλαγή των μορφών που πατάμε σε
παλαιές βάσεις. Δε σου λέει να μην τις ξέρεις, σου λέει όμως αν θες να μπεις
στο δρόμο χωρίς επιστροφή πρέπει να ξεχάσεις αυτό που ξέρεις και αυτό που κακά
τα ψέματα είναι η αρχή και το τέλος κάθε τέχνης. Για να γράψεις ένα καινούριο
έργο δεν πρέπει να το γράψεις like this.
Γίνονται πάρα πολύ εχθροί μου, οι άνθρωποι που μου λένε «Αχ, γράψε μου ένα
τραγούδι σαν αυτό!». Άντε χέσε μας. Το σωστό είναι γράψε μου ένα τραγούδι που
να μην το ‘χω ξανακούσει. Γιατί τι γίνεται, κοίταξε τι έχει πάθει η ακοή μας.
Λέει κάπου ότι έχουμε συνηθίσει να είμαστε αδιάφοροι στην πληροφορία, διότι αν
δεν ήμαστε αδιάφοροι στην πληροφορία και δίναμε λίγη περισσότερη προσοχή, το
ψέμα θα το καταλαβαίναμε αμέσως. Η καρδιά μας το ξέρει ότι είναι ψέμα. Μπορεί
να κάτσει να το δει, αλλά μέσα μας ξέρουμε ότι δεν είναι πρώτης κλάσης αυτό που
βλέπουμε ή που ακούμε.
-Αυτό όμως δεν είναι
απόρροια της οικονομικής κρίσης;
Σ.Κ.: Όχι. Αυτό
είναι απόρροια των κοινωνιών. Τα σαλόνια την έκαναν τη ζημιά. Όταν άρχισαν οι
συνθέτες και οι ποιητές να πηγαίνουν στα σαλόνια. Αυτό δεν είναι τωρινό. Είναι
από το 18ο αιώνα.
-Συνήθως καταπιάνεστε
με δύσκολα κείμενα, όπως η «Απολογία Σωκράτους» του Βάρναλη, τώρα το «Duende»…
Σ.Κ.: Πήγα και
στον Ντάριο Φο. Δεν είναι όλα δύσκολα, αλλά είναι όλα κείμενα έρευνας. Φέτος
έκανα και κάτι άλλο, που ίσως να μην το πήρατε χαμπάρι, ένα πολύ ωραίο κείμενο
στην καθαρεύουσα του Λεμπέση. Το έκανα στο Βολονάκης με τον Χάρη Φλέουρα, «Η
τεράστια κοινωνική σημασία των βλακών εν τω συγχρόνω βίω» ή τον Κολοκοτρώνη που
έκανα με την Ουζουνίδου στη Μικρή Επίδαυρο πρόπερσι. Είναι κείμενα που με
ερεθίζουν να τα ακούσω ξανά. Δηλαδή, κρίνω ότι με την παραστασιοποίησή τους –
εδώ είχα ένα θέμα- κάνοντάς τα απτά, μπορείς να δώσεις κάτι στην κοινωνία, που
έχει ανάγκη να το ακούσει.
-Οπότε είχατε ένα
δημιουργικό χειμώνα.
Σ.Κ.: Είχα διπλό
χειμώνα. Έναν πολύ ωραίο χειμώνα. Πολλά
πράγματα. Έκανα μία πολύ ωραία παράσταση στην Κύπρο με τον Αρβανιτάκη. Έγραψα
τραγούδια και μουσική για τη «Στέλλα» του Καμπανέλλη, το έργο που βασίστηκε η
ταινία. Την απόλαυσα αυτή τη δουλειά. Γέννησε καινούρια τραγούδια και μερικά
από αυτά είναι πολύ αγαπητά μου. Έφτιαξα τη βραδιά αυτή στη Σφίγγα τις
Δευτέρες, η οποία πήγε ενθουσιαστικά καλά κι ήταν η μία μου πλευρά, γιατί εκεί
ήμουν ένας σαφής λαϊκός διασκευαστής. Είχα τη μελέτη του Λόρκα κι έκανα κι αυτό
το έργο του Λεμπέση στο Ιλίσια Βολονάκη. Σκηνοθέτησα αυτό το μονόλογο. Ήταν
πλούσιος χειμώνας και ταυτόχρονα ετοίμαζα αυτό που διδάσκω τώρα και το τέλειωσα
μέσα στις διακοπές, την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή με τον Χειλάκη, τη Μαξίμου και
τον Σαράντη, σε μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα. Είναι αυτό που με έχει συνεπάρει
αυτή τη στιγμή. Με έχει βάλει σε πολύ ωραίο ταξίδι.
-Και μετά τι άλλο ετοιμάζετε; Απ’όσο γνωρίζω δε μένετε
ποτέ σε ένα πράγμα.
Σ.Κ.: Αυτό που
έρχεται άμεσα γιατί το τελειώσαμε, το μιξάραμε και ετοιμάζουμε την έκδοση είναι
τα δέκα τραγούδια του Λόρκα . Δε σου είπα για τους δημιουργούς. Η μετάφραση του
«Duende» είναι της
ποιήτριας Ολυμπίας Καράγιωργα και η μετάφραση των τραγουδιών είναι του
εξαιρετικού Πειραιώτη ποιητή Ανδρέα Αγγελάκη, που δε ζει. Ετοιμάζουμε λοιπόν το
cd, μία έκδοση με το cd, το τι γράφτηκε για την
παράσταση, κείμενα παραπλήσια για τη διάλεξη του δόθηκε δύο χρόνια πριν
σκοτώσουν το Λόρκα. Σε αυτή την ιστορία έχω τη συνέργεια πολλών φίλων. Έχει
μέσα πολλά ντοκουμέντα, τους στίχους … Είναι έτοιμο. Το ηχογραφήσαμε. Θα βγει
στις αρχές του Σεπτέμβρη, λίγο πριν πάμε την παράσταση στο ΚΘΒΕ στις 11, 12, 13 Σεπτεμβρίου, που θα παίξουμε
στη Θεσσαλονίκη και ίσως πάμε επίσης στα Χανιά και στην Κύπρο.
Κεντρική φωτογραφία συνέντευξης: Γιώργος Κολιός
Το «Duende» επιστρέφει από τις 24 Απριλίου έως τις 30 Μαΐου κάθε Τρίτη και Τετάρτη 9.15μμ
στο Θέατρο Τέχνης.
Συντελεστές:
Μετάφραση
κεμένου: Ολυμπία Καράγιωργα
Μετάφραση
ποιημάτων: Ανδρέας Αγγελάκης
Σύνθεση
τραγουδιών – διδασκαλία παράστασης- Ερμηνεία: Σταμάτης Κραουνάκης
Βοηθός:
Χρήστος Γεροντίδης
Μουσική
επεξεργασία: Σταμάτης Κραουνάκης, Βασίλης Ντρουμπογιάννης, Βάιος Πράπας ,
Γιώργος Ταμιωλάκης
Σκηνογραφική
επιμέλεια: Χριστίνα Κάλμπαρη
Σχεδιασμός
Φωτισμών: Στέλλα Κάλτσου
Κοστούμια:
Θοδωρής Καραγκούνης, L'A Pro atelier
Συνομιλούν
και ερμηνεύουν τα τραγούδια:
Χρήστος
Γεροντίδης
Κώστας
Μπουγιώτης
Και οι
μουσικοί:
Πιάνο:
Βασίλης Ντρουμπογιάννης
Τσέλλο:
Γιώργος Ταμιωλάκης
Με την
ευγενική χορηγία της Ισπανικής πρεσβείας
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου
Αφήστε το σχόλιό σας !